Ήταν νέα, όμορφη και μόλις είχε αρχίσει μια υποσχόμενη καριέρα στο Χόλιγουντ. Η Αμερικανή Ρεμπέκα Σέιφερ έκανε διαφημίσεις και εξώφυλλα. Κάποια στιγμή ήρθε η πολυπόθητη πρόταση να εργαστεί στην τηλεόραση. Ο κόσμος τη γνώρισε μέσα από τη σειρά My Sister Sam, ενώ μερικά χρόνια αργότερα συμμετείχε στην ταινία Scenes from the Class Struggle in Beverly Hills. Όμως, η ανοδική πορεία της στον χώρο του θεάματος ανακόπηκε βίαια, όταν ένας εμμονικός φαν αποφάσισε να τη δολοφονήσει. Αφού δεν μπορούσε να την έχει εκείνος, δεν έπρεπε να την έχει κανένας.
Η Σέιφερ μεγάλωσε σε μια ήρεμη οικογένεια στο Όρεγκον. Η μητέρα της ήταν συγγραφέας και ο πατέρας της παιδοψυχολόγος. Όταν ήταν ακόμη έφηβη, έκανε τα πρώτα βήματά της στο μόντελινγκ. Ήταν μοντέλο σε καταλόγους με ρούχα και έκανε μερικά διαφημιστικά στην τηλεόραση. Το 1984 μετακόμισε στη Νέα Υόρκη, όπου θα είχε περισσότερες ευκαιρίες.
Όμως, η Σέιφερ δεν ξεπερνούσε το 1.70 σε ύψος και έτσι, δεν τη δέχονταν στις πασαρέλες. Ένα διάστημα δεν είχε καν χρήματα να πάρει τηλέφωνο τους δικούς της. Κάποια στιγμή φωτογραφήθηκε για το εφηβικό περιοδικό Seventeen. Οι παραγωγοί της σειράς My Sister Sam την είδαν και την κάλεσαν σε οντισιόν. Τη λάτρεψαν και της έδωσαν τον ρόλο της Πάττι, που ήταν η αδερφή της πρωταγωνίστριας.
Η σειρά είχε μεγάλη επιτυχία και η Σέιφερ έγινε διάσημη και απέκτησε τους δικούς της φανς. Ένας από αυτούς ήταν και ο 19χρονος Ρόμπερτ Τζον Μπάρντο. Ο Μπάρντο είχε εμμονή με την Σέιφερ. Είχε γεμίσει το δωμάτιό του με φωτογραφίες της νεαρής ηθοποιού.
“Ήρθε στη ζωή μου την κατάλληλη στιγμή. Ήταν υπέροχη, όμορφη και η αθωότητά της με εντυπωσίασε. Ήταν η θεά μου, το είδωλό μου. Από τη στιγμή που την είδα, έγινα άθεος. Λάτρευα μόνο εκείνη”, είπε αργότερα στην κατάθεσή του.
Της έστελνε συνεχώς γράμματα, όπως χιλιάδες άλλοι θαυμαστές της. Κάποια στιγμή του απάντησε. Του είπε πως ήταν το πιο γλυκό και όμορφο γράμμα που είχε λάβει ποτέ. Του ζωγράφισε ένα σήμα της ειρήνης, μια καρδιά και έκλεισε την απάντησή της με τη φράση “Με αγάπη, Ρεμπέκα”. Ο Μπάρντο ενθουσιάστηκε. Σκέφτονταν ότι η Σέιφερ τον είχε παρατηρήσει. Όπως ανακαλύφθηκε αργότερα, την ημέρα που έλαβε το γράμμα της, ο Μπάρντο είχε γράψει στο ημερολόγιο του ότι ήθελε να γίνει διάσημος για να την εντυπωσιάσει.
Τον Ιούνιο του 1987 ο Μπάρντο πήρε ένα αρκουδάκι, ένα μπουκέτο τριαντάφυλλα και πήγε στα στούντιο της σειράς όπου εργαζόταν η Σέιφερ. Ο φύλακας τον σταμάτησε και αναγκάστηκε να φύγει. Έναν μήνα αργότερα, επέστρεψε. Όμως, αυτή τη φορά το αρκουδάκι είχε αντικατασταθεί με μαχαίρι. Οι φύλακες του στούντιο τον έδιωξαν ξανά.
Στο μυαλό του Μπάρντο ήταν μόνο μια χαμένη μάχη. “Δεν χάνω. Τελεία και παύλα” έγραψε εκείνη την ημέρα στο ημερολόγιό του.
Τους επόμενους μήνες ο Μπάρντο επέστρεψε στο πατρικό του, στην πόλη Τουσόν. Εκεί ξέχασε για λίγο τη Σέιφερ. Είχε πάθει εμμονή με τις ποπ τραγουδίστριες Ντέπι Γκίμπσον, Μαντόνα και Τίφανι.
Όμως, την ξαναθυμήθηκε όταν την είδε στην ταινία Class Struggle in Beverly Hills. Στην ταινία η Σέιφερ έκανε μια ερωτική σκηνή. Ο Μπάρντο εξοργίστηκε. Δεν μπορούσε να πιστέψει ότι το αθώο κοριτσάκι του είχε γίνει γυναίκα. Έλεγε ότι η Σέιφερ είχε μετατραπεί σε “μια από τις πόρνες του Χόλιγουντ” και έπρεπε να τιμωρηθεί.
Τη ζωγράφισε και άρχισε να σημαδεύει σε ποια σημεία του σώματός της θα την πυροβολούσε. Ζήτησε από τον αδερφό του να του πάρει ένα πιστόλι. Ήταν αποφασισμένος.
Ο Μπάρντο άρχισε να ψάχνει τη διεύθυνσή της. Κυκλοφορούσε στους δρόμους με μία φωτογραφία της στο χέρι και ρωτούσε τους περαστικούς αν ήξεραν πού είναι το σπίτι της.
Τελικά, πλήρωσε έναν ιδιωτικό ντετέκτιβ να την εντοπίσει.
“Έβγαλα το πιστόλι και… πίου”
Στις 18 Ιουλίου 1989 ο Μπάρντο εμφανίστηκε στην εξώπορτα και χτύπησε το κουδούνι. Της είπε ότι ήταν μεγάλος φαν της που ήθελε να τη γνωρίσει από κοντά. Η Σέιφερ του χαμογέλασε, τον ευχαρίστησε, του έκανε μια χειραψία και τον έδιωξε ευγενικά.
Ο Μπάρντο πήγε να φάει και επέστρεψε στο σπίτι της κοπέλας μια ώρα αργότερα. Όταν τον ξαναείδε, τρομοκρατήθηκε. Όπως είπε στην κατάθεσή του ο Μπάρντο, η Σέιφερ δεν τον υποδέχτηκε ευγενικά.
“Είχε αυτή την παιδική φωνούλα. Ακουγόταν σαν παλιόπαιδο και γυρνάει και μου λέει ότι της σπαταλούσα τον χρόνο. Της σπαταλούσα εγώ τον χρόνο! Ό,τι και να πίστευα για εκείνη, αυτό που είπε ήταν πολύ σκληρό. Άρπαξα την πόρτα. Έβγαλα το πιστόλι από την τσάντα μου και πίου. Άρχισε να ουρλιάζει και να φωνάζει γιατί”.
Ο Μπάρντο την πυροβόλησε στο στέρνο και η Σέιφερ έπεσε στο πάτωμα. Ένας γείτονας άκουσε τους πυροβολισμούς και έτρεξε στο σπίτι της. Έπιασε το χέρι της, όμως η Σέιφερ δεν είχε σφυγμούς. Ο γείτονας πανικόβλητος κοίταξε γύρω του και είδε έναν άνδρα με κίτρινη μπλούζα να τρέχει μακριά. Ήταν ο Μπάρντο. Ασθενοφόρο τη μετέφερε στο κοντινό νοσοκομείο, αλλά η Σέιφερ μισή ώρα αργότερα υπέκυψε στα τραύματά της.
Η σύλληψη και το τραγούδι των U2
Την επόμενη μέρα οδηγοί κατήγγειλαν πως ένας άνδρας οδηγούσε σαν να ήθελε να σκοτωθεί. Η αστυνομία τον εντόπισε και τον συνέλαβε.
Ο Μπάρντο ομολόγησε αμέσως το έγκλημά του.
Κατά τη διάρκεια της δίκης ο Μπάρντο καθόταν ήρεμος και δεν αντιδρούσε σε ό,τι και αν έλεγαν οι μάρτυρες εναντίον του. Είχε πει ότι το τραγούδι των U2 “Exit” τον είχε επηρεάσει να κάνει αυτή την πράξη.
Κάποια στιγμή άρχισε να ακούγεται από τα ηχεία της δικαστικής αίθουσας το τραγούδι. Οι δικαστές ήθελαν να δουν την αντίδρασή του. Ο Μπάρντο άρχισε να το σιγοτραγουδά.
Οι στίχοι μιλούν για έναν άνδρα που πυροβόλησε την αγαπημένη του. Βασίζονταν σε δυο βιβλία για το έγκλημα, το “The Executioner’s Song” του Νόρμαν Μέιλερ και το “In Cold Blood” του Τρούμαν Καπότε.
Ο ψυχίατρος που τον παρακολουθούσε είπε ότι Μπράντο ταυτιζόταν με τους στίχους του τραγουδιού.
Μετά από την έκταση που πήρε η δολοφονία της κοπέλας και η συσχέτιση με το τραγούδι, οι U2 είπαν ότι δεν θα το τραγουδήσουν ποτέ ξανά σε συναυλία τους.
Ο Μπάρντο διαγνώστηκε με σχιζοφρένεια. Παρ’ όλα αυτά, καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη. Στη φυλακή ο Μπάρντο άρχισε να ζωγραφίζει. Έφτιαχνε τα πορτρέτα διάσημων καλλιτεχνών και τα έστελνε στα φαν κλαμπ τους. Μια μέρα ζωγράφισε με στυλό και την Σέιφερ. Από κάτω έγραψε “Στην μνήμη της Ρεμπέκα Σέιφερ”.
Μία μέρα ένας συγκρατούμενός του που είχε κατηγορηθεί επίσης για δολοφονία, τον μαχαίρωσε 11 φορές. Όμως, ο Μπάρντο επέζησε. Αφού νοσηλεύτηκε λίγες μέρες, επέστρεψε στο κελί του.
Ο θάνατος της κοπέλας οδήγησε στη ψήφιση αυστηρότερων νόμων. Το stalking, δηλαδή η εμμονική παρακολούθηση κάποιου θεωρήθηκε και επισήμως έγκλημα. Απαγορεύτηκε να δίνονται οι διευθύνσεις κατοίκων χωρίς έλεγχο.
Το προφίλ του δράστη
Ο Μπάρντο ήταν το τελευταίο από τα επτά παιδιά ενός πρώην αξιωματικού της Πολεμικής Αεροπορίας στην Αμερική. Ο μεγαλύτερος αδερφός του έκανε μπούλινγκ και τον κακοποιούσε. Ο Μπάρντο έλεγε ότι θα αυτοκτονήσει.
Παρόλο που ήταν καλός μαθητής, η συμπεριφορά του ήταν πολύ περίεργη. Έστελνε απειλητικά μηνύματα ακόμη και στους καθηγητές του. Στην εφηβεία του διαγνώστηκε με διπολική διαταραχή και νοσηλεύτηκε δύο φορές για να θεραπευτεί.
Στην ηλικία των 16 παράτησε το σχολείο και άρχισε να δουλεύει σε ένα fast food. Μισούσε τη δουλειά του. Ήταν επιθετικός και είχε συλληφθεί τρεις φορές με την κατηγορία της ενδοοικογενειακής βίας. Έβριζε και έκανε χειρονομίες σε περαστικούς στον δρόμο χωρίς κανέναν λόγο. Πολλοί έλεγαν ότι ο Μπάρντο ήταν μια “μια ωρολογιακή βόμβα στα πρόθυρα της έκρηξης”. Τελικά, εξερράγη.
Ακούστε το τραγούδι των U2 με το οποίο ταυτίστηκε ο Μπάρντο:
Διαβάστε επίσης στη ΜτΧ: Η δολοφονία της 6χρονης «Βασίλισσας της Ομορφιάς» που παραμένει ανεξιχνίαστη από το 1996. Βρέθηκε στραγγαλισμένη στο υπόγειο του σπιτιού της. Γιατί κατηγορήθηκαν οι γονείς και ο αδελφός της
Ειδήσεις σήμερα:
- Συνελήφθη ο ενοικιαστής της γιάφκας στο Παγκράτι. Πρόκειται για 49χρονο φιλόλογο
- Διάγγελμα Πούτιν. «Ο πόλεμος στην Ουκρανία μετατρέπεται σε παγκόσμιο. Μας χτύπησαν με πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς»
- Έρχονται χιονοπτώσεις και θερμοκρασίες κάτω από το μηδέν. Οι θερμοκρασιακές διαφορές βορρά – νότου (Χάρτης )
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr