του συνεργάτη ιστορικού Κωνσταντίνου Λαγού
Στα μέσα Απριλίου 1935, ένας τίγρης-καρχαρίας πιάστηκε ζωντανός 3 χλμ από την ακτή Κουγκί (Coogee) του Σίνδεϊ της Αυστραλίας.
Μεταφέρθηκε σ’ ένα τοπικό ενυδρείο όπου εκτέθηκε δημόσια σε μία πισίνα. Μία εβδομάδα αργότερα, ο καρχαρίας αποκάλυψε ένα βασικό στοιχείο για μια δολοφονία που είχε διαπραχθεί και έτσι ξεκίνησε μία από τις πιο περίεργες αστυνομικές έρευνες στην ιστορία!
O άρρωστος καρχαρίας
Ο καρχαρίας στον ενυδρείο του Κουγκί στο Σίνδεϊ προσέλκυε πολλούς επισκέπτες που ήθελαν να δουν από κοντά ένα τίγρη-καρχαρία. Είχαν αρχίσει να εμφανίζονται και δημοσιεύματα στις εφημερίδες του Σίνδεϊ για το νέο απόκτημα του ενυδρείου.
Όμως, στις 25 Απριλίου 1935, οι επισκέπτες παρατήρησαν ότι ο καρχαρίας ότι δεν ήταν καλά καθώς παρέμενε για αρκετή ώρα ακίνητος. Κάποια στιγμή άνοιξε το στόμα του και έκανε εμετό βγάζοντας το αριστερό χέρι και βραχίονα ενός άνδρα!
Πάνω στο χέρι υπήρχε ένα χαρακτηριστικό τατουάζ που απεικόνιζε δύο πυγμάχους να γρονθοκοπούνται.
Το χέρι άρχισε να επιπλέει στην πισίνα δίπλα στον άρρωστο καρχαρία, τρομοκρατώντας τους επισκέπτες, πολλοί από τους οποίους είχαν πάει με τα παιδιά τους στο ενυδρείο!
Όπως αποδείχθηκε από την έρευνα που έγινε, πριν αιχμαλωτιστεί ο τίγρης-καρχαρίας είχε καταβροχθίσει έναν μικρότερο καρχαρία. Ήταν αυτός που είχε αρχικά καταπιεί τον ανθρώπινο χέρι. Ενώ ο τίγρης-καρχαρίας είχε καταφέρει να χωνέψει τον μικρότερο καρχαρία, δεν έκανε το ίδιο και για το ανθρώπινο μέλος. Έτσι παρέμεινε αναλλοίωτο στο στομάχι του.
Αυτό ήταν που έκανε τον καρχαρία να αρρωστήσει και να κάνει εμετό ώστε να βγάλει στην πισίνα το χέρι με το βραχίονα!
Ο «ιδιοκτήτης» του χεριού
Η αστυνομία του Σίνδεϊ κατάφερε να πάρει δακτυλικά αποτυπώματα από το χέρι. Αποκαλύφθηκε ότι ανήκε σ’ ένα πρώην πυγμάχο και μικροαπατεώνα, τον Τζέιμς “Τζιμ” Σμιθ.
Η εξαφάνισή του είχε δηλωθεί στην αστυνομία στις αρχές Απριλίου 1935. Η γυναίκα και ο αδελφός του Σμιθ αναγνώρισαν το χέρι και το τατουάζ ως δικό του.
Καθώς το χέρι είχε κοπεί με μαχαίρι, η αστυνομία ξεκίνησε έρευνα για ανθρωποκτονία. Όπως έγινε γνωστό τότε, ο Σμιθ εκτός από μικροαπατεώνας υπήρξε και πληροφοριοδότης της αστυνομίας. Έτσι, οι έρευνες για τον δολοφόνο του Σμιθ επικεντρώθηκαν σε γνωστούς του στον υπόκοσμο με τους οποίους είχε συνεργαστεί στη διάπραξη εγκλημάτων και για όσους είχε δώσει πληροφορίες στις αρχές.
Οι παρανομίες του Σμιθ
Ο Σμιθ είχε σχέσεις μ’ ένα γνωστό επιχειρηματία από το Σίδνεϊ, τον Ρέγκιναλντ Ουίλιαμ Λόιντ Χολμς. Ο Χολμς είχε μια επιτυχημένη οικογενειακή επιχείρηση ναυπήγησης σκαφών.
Όμως, μεγάλο μέρος της περιουσίας του είχε δημιουργηθεί με απάτες και το λαθρεμπόριο. Σε αυτές τις δραστηριότητες, ο Χολμς είχε συνεργαστεί στενά με τον Σμιθ εξαπατώντας ασφαλιστικές εταιρίες.
Η πιο σοβαρή από τις απάτες έλαβε χώρα το 1934 όταν το εγκληματικό δίδυμο κανόνισε να βυθιστεί ένα πλοίο αναψυχής το οποίο είχαν ασφαλίσει σε διάφορες ασφαλιστικές εταιρίες.
Το 1935 οι Χολμς και Σμιθ συνεργάστηκαν με τον Πάτρικ Φράνσις Μπρέιντι, έναν πρώην στρατιωτικό που είχε καταδικαστεί για πλαστογραφία. Η συμμορία πλαστογραφούσε επιταγές και έκλεβε χρήματα από τους τραπεζικούς λογαριασμούς πελατών του Χολμς που είχαν αγοράσει σκάφη απ’ αυτόν.
Ένας ύποπτος για το φόνο
Η αστυνομική έρευνα αποκάλυψε ότι ο Μπρέιντι ήταν ο τελευταίος άνθρωπος που εθεάθη με τον Σμιθ. Στις 7 Απριλίου 1935, τη μέρα που αυτός χάθηκε, έπιναν και έπαιζαν χαρτιά μαζί σ’ ένα ξενοδοχείο στο νότιο προάστιο Κρονούλα του Σίδνεϊ. Στην ίδια περιοχή ο Μπρέιντι είχε νοικιάσει ένα μικρό εξοχικό σπίτι.
Οι αστυνομικοί ήταν βέβαιοι ότι ο Μπρέιντι είχε δολοφονήσει τον Σμιθ σε αυτό το σπίτι και ότι στη συνέχεια τεμάχισε εκεί τη σορό του και πέταξε τα κομμάτια της στη θάλασσα.
Έτσι, στις 16 Μαΐου 1935 τον συνέλαβαν. Όμως, παρά τις έρευνες που έκαναν εκεί δεν μπόρεσαν να βρουν το παραμικρό στοιχείο που να επιβεβαίωνε τις υποψίες τους. Επίσης, ανεπιτυχείς ήταν και όλες οι έρευνες στις ακτές κοντά στην Κρονούλα για την ανεύρεση και άλλων υπολειμμάτων από τη σορό του Σμιθ.
Φαινόταν ότι η έρευνα οδηγούνταν σε αδιέξοδο, ώσπου ένας ταξιτζής κατέθεσε ότι τη νύχτα της 7ης Απριλίου 1935 είχε μεταφέρει τον Μπρέιντι από την εξοχική του κατοικία στη Κρονούλα στη διεύθυνση του Χολμς στο Σίνδεϊ.
Του έκανε εντύπωση ότι ο Μπρέιντι ήταν ατημέλητος, είχε το χέρι του συνέχεια στην τσέπη του σαν να έκρυβε κάτι, και ήταν εμφανώς ταραγμένος.
Καταδίωξη μέσα στο λιμάνι
Η αστυνομία ανέκρινε τον Χολμς, ο οποίος αρνήθηκε οποιαδήποτε σχέση με τον Μπρέιντι και τον Σμιθ. Καθώς θεωρούνταν ευυπόληπτος επιχειρηματίας και δεν υπήρχε κάποιο στοιχείο σε βάρος του για το φόνο του Σμιθ, η αστυνομία τον άφησε ελεύθερο.
Τότε ο Χολμς προέβη σε μία πράξη που έδειχνε ότι ίσως να μην ήταν αθώος. Στις 20 Μαΐου 1935 αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει. Αυτοπυροβολήθηκε στο κεφάλι ενώ βρισκόταν στο υπόστεγο όπου είχε ένα σκάφος του σε μια προκυμαία του Σίνδεϊ.
Η σφαίρα πέρασε ξυστά από το μέτωπό του τραυματίζοντας τον ελαφρά. Τότε έπεσε στη θάλασσα για να πνιγεί, αλλά σώθηκε από κάποιους που τον έβγαλαν στην προκυμαία. Του δόθηκαν οι πρώτες βοήθειες και ειδοποιήθηκε η αστυνομία.
Μόλις συνήλθε ο Χόλμς και είδε τους αστυνομικούς, μπήκε σ’ ένα ταχύπλοο του και προσπάθησε να διαφύγει. Για ώρες οι αστυνομικοί τον καταδίωκαν με δικά τους πλωτά μέσα στο λιμάνι του Σίνδεϊ μέχρι που τον συνέλαβαν και τον μετέφεραν στο νοσοκομείο.
Ποιος σκότωσε τον Σμιθ;
Στις αρχές Ιουνίου 1935, ο Χολμς πήρε εξιτήριο από το νοσοκομείο και αποφάσισε να συνεργαστεί με την αστυνομία για τη διερεύνηση της δολοφονίας του Σμιθ. Ανέφερε στον αστυνομικό που τον ανέκρινε ότι ο Μπρέιντι ήταν αυτός που σκότωσε τον Σμιθ.
Στη συνέχεια διαμέλισε τη σορό του και στοίβαξε τα κομμάτια της σ’ ένα μπαούλο το οποίο πέταξε στη θάλασσα.
Ο Χολμς ισχυρίστηκε ότι μετά το φόνο, ο Μπρέιντι τον επισκέφθηκε στο σπίτι του και του έδωσε το κομμένο χέρι του Σμιθ. Ήταν μία προειδοποίηση ότι θα πάθαινε το ίδιο αν τολμούσε να μιλήσει στην αστυνομία.
Επιπλέον, του ζήτησε 500 λίρες Αυστραλίας για να μην σκοτώσει και εκείνον. Το πόσο ήταν αρκετά μεγάλο, αφού σήμερα αντιστοιχεί σε 27.000 δολάρια Αυστραλίας ή 17.000 Ευρώ.
Ο Χολμς παραδέχτηκε στην αστυνομία ότι όταν έφυγε ο Μπρέιντι, πέταξε το χέρι του Σμιθ στη θάλασσα.
Και δεύτερη δολοφονία
Ο Χολμς αφέθηκε ελεύθερος υπό όρους, μέχρι η αστυνομία να διερευνήσει όσα είπε.
Στις 11 Ιουνίου 1935 έβγαλε 500 λίρες από τον τραπεζικό του λογαριασμό και αργά το βράδυ έφυγε από το σπίτι του, λέγοντας στη γυναίκα του ότι θα συναντούσε κάποιον. Την άλλη μέρα το πρωί, βρέθηκε νεκρός μέσα στο αυτοκίνητό του σ’ ένα απόμερο σημείο του Σίνδεϊ.
Είχε πυροβοληθεί τρεις φορές στο στήθος από κοντινή απόσταση. Η αστυνομική έρευνα στο σημείο κατέδειξε ότι αυτός που είχε δολοφονήσει τον Χολμς προσπάθησε κάνει το έγκλημα να φανεί σαν να ήταν αυτοκτονία.
Εκείνη τη μέρα ο Χολμς επρόκειτο να δώσει ένορκη κατάθεση σε δικαστικό για όσα είχε πει στην αστυνομία σχετικά με το φόνο του Σμιθ από τον Μπρέιντι.
Μετά το θάνατο του Χολμς αποκαλύφθηκε ότι είχε μία σημαντική περιουσία αξίας άνω των 34.000 λιρών Αυστραλίας που σε σημερινές τιμές είναι 1.817.000 δολάρια Αυστραλίας, ή 1.150.000 Ευρώ.
Η αθώωση του Μπρέιντι
Ο Μπρέιντι ήταν ο βασικός ύποπτος τόσο για τη δολοφονία του Χολμς όσο και του Σμιθ. Όμως, για την πρώτη υπόθεση η αστυνομία του Σίνδεϊ δεν μπόρεσε να βρει κανένα ενοχοποιητικό στοιχείο σε βάρος του.
Όσο για τον Σμιθ, καθώς ο Χολμς δεν ήταν πια ζωντανός και δεν είχε προλάβει να καταθέσει ενόρκως όσα είχε πει στην αστυνομία, η μαρτυρία του απορρίφθηκε από το δικαστήριο.
Μάλιστα, ο συνήγορος του Μπρέιντι ισχυρίστηκε ότι ο Χολμς ήταν αυτός που εκβιαζόταν από τον Σμιθ ότι θα αποκάλυπτε στην αστυνομία τις απάτες που είχε οργανώσει μαζί του. Έτσι, αυτός είχε κίνητρο να σκοτώσει τον Σμιθ και όχι ο Χολμς.
Επιπλέον, καθώς είχε βρεθεί μόνο το χέρι του Σμιθ, αυτός θα μπορούσε να ήταν ακόμη και ζωντανός!
Ο Μπρέιντι αθωώθηκε λόγω αμφιβολιών για τους φόνους και μέχρι το τέλος της ζωής του, τριάντα χρόνια αργότερα, ισχυριζόταν ότι δεν είχε διαπράξει τα εγκλήματα.
«Φόνοι του βραχίονα του καρχαρία»
Οι δολοφονίες του Σμιθ και του Χολμς έγιναν γνωστοί ως «φόνοι του βραχίονα του καρχαρία» και επίσημα παραμένουν άλυτοι. Ακόμη και σήμερα θεωρούνται από τα μεγαλύτερα μυστήρια εγκλήματος στην Αυστραλία.
Οι περισσότεροι ερευνητές θεωρούν ότι ο Μπρέιντι έκανε τις δύο δολοφονίες. Πιστεύουν ότι αν το 1935 υπήρχε η τεχνολογία που διαθέτει σήμερα η σήμανση, είναι σίγουρο ότι θα είχαν βρεθεί ενοχοποιητικά στοιχεία σε βάρος του.
Μάλιστα, σύμφωνα με μία πρόσφατη θεωρία ο Μπρέιντι σκότωσε τον Σμιθ κατόπιν εντολής ενός άλλου κακοποιού και αρχηγού συμμορίας του υποκόσμου του Σίνδεϊ, ονόματι Έντουρντ Φρέντερικ Γουέιμαν (Edward Frederick Weyman).
Αυτός είχε συλληφθεί από την αστυνομία για πλαστογραφία και ένοπλη ληστεία τράπεζας ύστερα από πληροφορίες που είχε δώσει ο Σμιθ. Ο Μπρέιντι στη συνέχεια δολοφόνησε και τον Χολμς όταν πληροφορήθηκε ότι θα τον κατονόμαζε στον ανακριτή ως τον δολοφόνο του Σμιθ.
Η αρχική φωτογραφική σύνθεση στηρίζεται σε δημοσίευμα της εφημερίδας Sydney Truth της 5ης Μαϊου 1935.
Ειδήσεις σήμερα:
- Πρωτοπορεί η Σερβία. Τα μέσα μεταφοράς θα είναι δωρεάν από την 1η Ιανουαρίου στην πρωτεύουσα
- Επικύρωσε το δικαστήριο την καταδίκη του Νικολά Σαρκοζί. Θα εκτίσει την ποινή του με ηλεκτρονικό βραχιολάκι
- Μάτι. «Δεν έχω σχέση με τη φωτιά. Απαλλάξτε με» λέει ο άνδρας που κατηγορείται ότι προκάλεσε την πυρκαγιά
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr