Στα χρόνια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ΗΠΑ και Σοβιετική Ένωση ένωσαν τις δυνάμεις τους για να αντιμετωπίσουν τη ναζιστική απειλή.
Λίγα χρόνια αργότερα, τα δεδομένα είχαν αλλάξει.
Η CIA χρησιμοποιούσε τα πρώην στελέχη των ναζί, προκειμένου να πολεμήσει τους κομμουνιστές.
Εν όψει του Ψυχρού Πολέμου, η Αμερική έπρεπε να δράσει άμεσα για να ανακόψει τη σοβιετική εξάπλωση στην Ευρώπη.
Το έργο αυτό ανέλαβε ηνεόκοπη CIA. Στην αρχή όλα γίνονταν παράτυπα.
Η υπηρεσία δεν είχε ούτε την εξουσιοδότηση να διεξάγει υπερατλαντικές επιχειρήσεις, ούτε το απαιτούμενο οικονομικό απόθεμα.
Ένα νομοσχέδιο του 1949 ήρθε να ξεμπλέξει λίγο την κατάσταση.
Είχαν προηγηθεί ιδιωτικές συζητήσεις μεταξύ του διοικητή της CIA, Ρόσκο Χίλενκοτερ, και μερικών έμπιστων Γερουσιαστών. Ο Χίλενκότερ τους εξήγησε την κατάσταση και τους έπεισε ότι ήταν ανάγκη να γίνουν δραστικές μεταρρυθμίσεις.
Εκείνοι με τη σειρά τους έθεσαν το ζήτημα στη Βουλή των Αντιπροσώπων.
Στις 27 Μαΐου του 1949 το Κογκρέσο ενέκρινε σιωπηλά ένα νέο νομοσχέδιο για τη CIA και η υπηρεσία αναβαθμίστηκε.
Πλέον είχε στη διάθεσή της έναν τεράστιο μυστικό προϋπολογισμό και ανεξέλεγκτη αυτονομία.
Ο μόνος περιορισμός που έθετε ο νέος νόμος στην Υπηρεσία Πληροφοριών ήταν ότι απαγόρευε τη λειτουργία της ως μυστική αστυνομική δύναμη στο εσωτερικό των ΗΠΑ.
Κατά τ’ άλλα το νομοσχέδιο ήταν ένα συνονθύλευμα αμφιλεγόμενων και οριακά αντισυνταγματικών άρθρων.
Ένα από αυτά, έδινε το ελεύθερο στη CIA να χορηγεί άδειες παραμονής στη χώρα σε εκατό αλλοδαπούς κατ’ έτος, ανεξάρτητα με το αν πληρούσαν τις προϋποθέσεις που επέβαλλε η μεταναστευτική νομοθεσία.
Έτσι με αυτό το προνόμιο, έδιναν άδεια παραμονής και στρατολογούσαν ξένους υπηκόους στην υπηρεσία τους.
Παράλληλα, επικεφαλής των αποστολών στην Ευρώπη θέτονταν ξένοι πράκτορες αμφιβόλου ηθικής.
Πρώην ναζί κι εγκληματίες πολέμου
Ένας από τους ξένους που η CIA έβαλε στις ΗΠΑ ήταν ο ουκρανός Μίκολα Λέμπεντ.
Ο Λέμπεντ είχε δολοφονήσει τον πολωνό Υπουργό Εξωτερικών, είχε συνεργαστεί με τους ναζί και διοικούσε ένα ουκρανικό τάγμα, το οποίο είχε χαρακτηριστεί διεθνώς ως τρομοκρατική οργάνωση.
Σύμφωνα με τα επίσημα αρχεία του Υπουργείου Δικαιοσύνης, ο Ουκρανός θεωρούταν εγκληματίας πολέμου και «σφαγέας Ουκρανών».
Της ίδιας συνομοταξίας ήταν και ο γερμανός Υποστράτηγος Ράινχαρντ Γκέλεν, που είχε εξασφαλίσει την αμερικανική υπηκοότητα.
Η CIA διέθετε ελάχιστα μέσα συλλογής πληροφοριών σχετικά με τη Σοβιετική Ένωση και ήταν υποχρεωμένη να εκμεταλλεύεται κάθε ευκαιρία που της παρουσιαζόταν. Οι πιθανότητες επιτυχίας μίας αποστολής, καθώς και η αξιολόγηση της προσωπικότητας του εκάστοτε πράκτορα έρχονταν σε δεύτερη μοίρα.
«Οργανώσεις αυτοεξορίστων, ακόμα κι εκείνων με αμφίβολο παρελθόν, ήταν συχνά η μόνη εναλλακτική λύση έναντι της πλήρους απραξίας», ανέφεραν απόρρητα έγγραφα που ήρθαν στο φως δεκαετίες αργότερα.
Ωστόσο, τα αποτελέσματα αυτής της τακτικής αποδείχθηκαν καταστροφικά.
Αποστολές αυτοκτονίας
Κατά τη διετία 1949-1950 ακολούθησαν πολλές αποτυχημένες αμερικανικές επιχειρήσεις, που στοίχισαν τη ζωή σε εκατοντάδες πράκτορες.
Στην Ουκρανία, μία οργανωμένη ομάδα αυτοεξόριστων της Σοβιετικής Ένωσης υπό τις εντολές της CIA, επιχείρησε τη διείσδυση των μελών της στις χώρες του Σιδηρούν Παραπετάσματος.
Ωστόσο, οι άντρες αυτοί δεν διέθεταν στρατιωτική ή κατασκοπευτική κατάρτιση.
Το μόνο που τους ένωνε και τους παρακινούσε να συμμετάσχουν στην παρακινδυνευμένη αποστολή ήταν η κοινή τους απέχθεια προς τους Ρώσους.
Παρόλα αυτά, ήταν το «καλύτερο χαρτί» που είχαν στα χέρια τους οι Αμερικανοί.
Έτσι, εκατοντάδες ξένοι πράκτορες στάλθηκαν στα σοβιετικά εδάφη. Εξαρχής φαινόταν ότι ήταν καταδικασμένοι.
Και πράγματι, σχεδόν όλοι τους συνελήφθησαν από τις άριστα οργανωμένες υπηρεσίες της ΕΣΣΔ.
Μάλιστα, οι αξιωματικοί της υπηρεσίας πληροφοριών του Στάλιν τους χρησιμοποίησαν για να διοχετεύσουν παραπλανητικές πληροφορίες στους Αμερικανούς.
Έπειτα, αρκετούς τους σκότωσαν.
Παρόμοια έκβαση είχε και η αποστολή που ξεκίνησε το φθινόπωρο του ’49 στην Αλβανία.
Η CIA θεώρησε ότι το μικρό βαλκανικό κράτος ήταν το πλέον απομονωμένο και αποδυναμωμένο οικονομικά και ως εκ τούτου, το καταλληλότερο για τη συγκρότηση μιας αντιστασιακής στρατιωτικής οργάνωσης.
Ωστόσο, οι σοβιετικοί πράκτορες βρίσκονταν ήδη πολλά βήματα μπροστά. Είχαν εισχωρήσει στα υψηλά κλιμάκια των σταθμών της CIA και γνώριζαν εκ των προτέρων κάθε πτυχή των επιχειρήσεών της.
Όποιος αλλοδαπός πράκτορας έπεφτε με αλεξίπτωτο στα αλβανικά εδάφη, τύχαινε της σοβιετικής υποδοχής, καθώς οι Ρώσοι είχαν στη διάθεσή τους τις ακριβείς συντεταγμένες των ζωνών ρίψεως.
Εξαιτίας της ασυνεννοησίας και της έλλειψης οργάνωσης, οι πτήσεις συνεχίστηκαν για μια τετραετία.
Ο αριθμός των πρακτόρων που έχασαν τη ζωή τους υπερέβη τους διακόσιους.
Χρειάστηκε να περάσουν σχεδόν δέκα χρόνια μέχρι να παραδεχθεί η Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών ότι «η παροχή βοήθειας στους αυτοεξόριστους για το ενδεχόμενο επανάστασης στο εσωτερικό της ΕΣΣΔ ήταν ανέφικτη».
Συνολικά, εκατοντάδες αλλοδαποί πράκτορες έχασαν τη ζωή τους στη Ρωσία, στην Πολωνία, στην Ουκρανία, στη Ρουμανία και στις χώρες της Βαλτικής, κατά τη διάρκεια των επιπόλαιων αποστολών της δεκαετίας του ’50.
Ήταν η ίδια περίοδος που η Αμερική συνειδητοποιούσε ότι πέρα από τη χαώδη κατασκοπευτική υπεροχή των αντιπάλων τους, η Σοβιετική Ένωση ήταν ικανότατη και σε στρατιωτικό εξοπλισμό.
Ο Στάλιν είχε στην κατοχή του πυρηνικά όπλα, καθώς και μία ατομική βόμβα, για την οποία οι Αμερικανοί δεν είχαν καμία αξιόπιστη πληροφορία.
Όπως παραδέχθηκε ο μετέπειτα διοικητής της CIA, Ρίτσαρντ Χελμς:
«Εκείνη την εποχή, το ενδεχόμενο να στρατολογήσουμε και να ελέγξουμε τέτοιου είδους πληροφοριοδότες ήταν εξίσου πιθανό με το να τοποθετήσουμε κατασκόπους στον πλανήτη Άρη».
Πηγή χαρακτηριστικής εικόνας: Wikimediamtx Commons
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr