Στις 11 Μαΐου του 1968, βρέθηκε νεκρός ο 3χρονος Μάρτιν Μπράουν σε μια εγκαταλελειμμένη οικοδομή της πόλης Σκότσγουντ το Νιούκαστλ.
Η αστυνομία έκρινε πως ο θάνατός του οφειλόταν σε δυστύχημα. Ο μικρός είχε ανέβει στον δεύτερο όροφο της οικοδομής κι έπεσε απ’ το μπαλκόνι.
Λίγο αφότου εντοπίστηκε το σώμα του, δύο κορίτσια πλησίασαν την οικοδομή, αγνοώντας τι είχε συμβεί.
Ήταν η 11χρονη Μαίρη Μπελ και η 13 φίλη της, Νόρμα.
Οι αρχές δεν τους επέτρεψαν να πλησιάσουν και τα κορίτσια πήγαν τρέχοντας στη θεία του, για να την ειδοποιήσουν.
Ο Μάρτιν Μπράουν ήταν μακρινός ξάδερφος της Μαίρης, η οποία γνώριζε καλά την οικογένειά του.
Τις επόμενες μέρες, η Μαίρη επισκεπτόταν συνέχεια τη μητέρα του και τη ρωτούσε πώς ένιωθε που έχασε τον γιο της.
Κάποια στιγμή της ζήτησε να δει τον μικρό κι όταν η μητέρα απάντησε πως ήταν νεκρός, η Μαίρη είπε: «Το ξέρω ότι είναι νεκρός. Θέλω να τον δω στο φέρετρο».
Στις 27 Μαΐου, οι δασκάλες στον παιδικό σταθμό αντιλήφθηκαν ότι κάποιος είχε διαρρήξει το κτίριο το σαββατοκύριακο και είχε αφήσει ένα σημείωμα, που μεταξύ άλλων, έγραφε:
«Δολοφονώ
έτσι ώστε
να γυρίσω
Κάναμε φόνο
Μάρταιν
Μπράουν
Άϊ γα*****
μπάσταρδε»
Την 31η Ιουλίου, εντοπίστηκε το πτώμα ενός άλλου 3χρονου του Μπράιαν Χόου, σε μια ερημική περιοχή του Σκότσγουντ.
Ο μικρός είχε στραγγαλιστεί. Στο κορμί του ήταν χαραγμένο ένα «Μ», ενώ τα γεννητικά του όργανα είχαν τραυματιστεί με ένα ψαλίδι.
Το ψαλίδι βρέθηκε λίγα μέτρα μακριά απ’ το πτώμα.
Αυτή τη φορά ήταν εμφανές ότι επρόκειτο για δολοφονία και αμέσως άρχισαν εντατικές έρευνες.
Βασικοί ύποπτοι δεν ήταν οι ενήλικες, αλλά τα παιδιά της περιοχής και κυρίως το «δίδυμο» Μαίρη Μπελ και Νόρμα, οι οποίες είχαν τραβήξει την προσοχή του κόσμου με τη συμπεριφορά τους.
Μέρες πριν από τον θάνατο του Μάρτιν Μπράουν, είχαν μπλεχτεί σε καυγά με συνομήλικές τους, ενώ μία μέρα μετά τη διάρρηξη στο νηπιαγωγείο, τις βρήκαν ενώ προσπαθούσαν να μπουν κρυφά στο κτίριο.
Αν και δεν τις κατηγόρησαν επισήμως για τη διάρρηξη, όλα έδειχναν πως μπορεί να ήταν οι δράστες.
Η Μπελ είχε επιθετική και βίαιη συμπεριφορά προς πολλά παιδιά της γειτονιάς, ενώ κάποια την είχαν ακούσει να φωνάζει: «Είμαι δολοφόνος». Επειδή όμως το έλεγε στην παιδική χαρά, δεν της έδωσαν σημασία.
Στις 7 Αυγούστου, την ημέρα της κηδείας του Χόου, η Μπελ στεκόταν έξω από το σπίτι της οικογένειας και παρακολουθούσε προσηλωμένη.
Την είδε ο ντεντέκτιβ Ντόμπσον που είχε αναλάβει την εξιχνίαση της υπόθεσης και τότε πείστηκε πως ήταν η δολοφόνος. Στην ανάκριση, αποκάλυψε πως την ημέρα της δολοφονίας του Χόου, είχε δει ένα 8χρονο αγόρι να τον χτυπάει και μετά να τον τραυματίζει με ένα χαλασμένο ψαλίδι.
Με αυτό τον τρόπο «επισφράγισε» την καταδίκη της, καθώς κανείς, πέρα απ’ την αστυνομία, δεν γνώριζε για το ψαλίδι που είχε βρεθεί στον τόπο του εγκλήματος.
Η σεξουαλική κακοποίηση της Μαίρη Μπελ
Η μητέρα της Μαίρη Μπελ, η Μπέτυ, ήταν πόρνη.
Έμεινε έγκυος όταν ήταν 17 χρονών και παντρεύτηκε έναν απ’ τους «πελάτες» της, ο οποίος έβγαζε χρήματα μόνο με μικροκλοπές και κάθε είδους κομπίνες.
Καθώς μεγάλωνε η Μαίρη, πολλοί σχολίαζαν ότι η μητέρα της ήθελε με κάθε τρόπο να «ξεφορτωθεί» το παιδί της.
Την είδαν να της δίνει φάρμακα σαν καραμέλες, τα οποία η μικρή δεν πήρε ποτέ.
Πολλές φορές, η Μαίρη είχε μυστηριώδη ατυχήματα, όπου γλιστρούσε χωρίς λόγο στις σκάλες ή χτυπούσε με δύναμη το κεφάλι της.
Κυκλοφορούσαν φήμες ότι η Μπέτυ είχε προσπαθήσει να σκοτώσει την ίδια της την κόρη, αλλά δεν αποδείχθηκε.
Αργότερα, η Μαίρη Μπελ παραδέχτηκε ότι η μητέρα της την εξέδιδε από την ηλικία των 4 ετών.
Είχε κακοποιηθεί σεξουαλικά από δεκάδες άντρες, ενώ η μητέρα της παρακολουθούσε και ζητούσε μεγάλα χρηματικά ποσά απ’ τους πελάτες.
Στις 25 Μαΐου του 1968, η Μαίρη στραγγάλισε τον 3χρονο Μάρτιν Μπράουν σε μια έρημη οικοδομή και τον πέταξε από το μπαλκόνι.
Δεν είχε μείνει κανένα σημάδι γύρω από τον λαιμό του, με αποτέλεσμα η αστυνομία να μην αντιληφθεί ότι επρόκειτο για δολοφονία.
Όμως στο δικαστήριο, η Μαίρη δυσχέρανε για ακόμα μία φορά τη θέση της, όταν αναφέρθηκε ανοιχτά στον στραγγαλισμό του μικρού, ενώ καμία πληροφορία σχετικά με αυτό δεν είχε κυκλοφορήσει μέχρι τότε.
Στις 17 Δεκεμβρίου, η Μαίρη Μπελ καταδικάστηκε για τις δολοφονίες των δύο παιδιών, αλλά η ποινή της ήταν μειωμένη, καθώς οι ψυχίατροι έκριναν ότι επρόκειτο για ψυχοπαθή.
Αποφυλακίστηκε με απόλυτη μυστικότητα το 1980, σε ηλικία 23 ετών.
Το 1998, δημοσιογράφοι ανακάλυψαν τη νέα της ταυτότητα και αποκάλυψαν ότι είχε αποκτήσει μία κόρη.
Ύστερα από πολλές δικαστικές διαμάχες, η Μπελ κέρδισε το δικαίωμα να διατηρήσει και η ίδια, αλλά και η κόρη της, τη μυστική της ταυτότητα μέχρι το τέλος της ζωής τους.
Το 2009, δημοσιεύτηκε πως η Μπελ είχε αποκτήσει το πρώτο της εγγόνι.
Αν και ελάχιστα στοιχεία είναι γνωστά για τη ζωή της μετά τη φυλακή, το 1998 κυκλοφόρησε το βιβλίο «Cries Unheard», στο οποίο η ίδια η Μπελ διηγούνταν τη σεξουαλική κακοποίηση που είχε δεχτεί ως παιδί.
Διαβάστε στη “ΜτΧ”: Το έγκλημα που σόκαρε την παγκόσμια κοινή γνώμη. Δυο 10χρονοι μαθητές στη Βρετανία απήγαγαν, βασάνισαν και δολοφόνησαν ένα 2χρονο αγοράκι. Ο κόσμος απαιτούσε την εκτέλεσή τους.
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr