Τα Ανώγεια ήταν το μεγαλύτερο χωριό της Κρήτης, με περισσότερους από τέσσερις χιλιάδες κατοίκους και ο πυρήνας της Κρητικής Αντίστασης κατά των Γερμανών κατακτητών.
Κατά την περίφημη Μάχη της Κρήτης και την αεροπορική απόβαση των Γερμανών στο νησί, τον Μάιο του 1941, οι Ανωγειανοί πολέμησαν θαρραλέα “σαν τα γεράκια“.
Στην κατοχή, το χωριό έγινε κέντρο του απελευθερωτικού αγώνα και έδρα της αγγλικής κατασκοπείας στην Κρήτη. Ιδρύθηκαν αξιόμαχες αντάρτικες ομάδες, όπως η ΕΟΑ “Ο ΨΗΛΟΡΕΙΤΗΣ”, η “Ανεξάρτητη Ομάς Ανωγείων” (ΑΟΑ) και τμήματα του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ενώ το χωριό φιλοξένησε Νεοζηλανδούς και Αυστραλούς στρατιώτες, που ήθελαν να διαφύγουν στην Αίγυπτο.
Στις 26 Απριλίου του 1944, Βρετανοί κομάντος της SOE, με την υποστήριξη των Κρητών και σε συνεννόηση με τις τοπικές αντάρτικες ομάδες, απήγαγαν τον Γερμανό στρατηγό, Χάινριχ Κράιπε, καθώς γυρνούσε από το στρατηγείο στο σπίτι του, στο Ηράκλειο. Για 18 ημέρες κρύβονταν από τους Γερμανούς, που έκαναν περιπολίες σε όλο το νησί προκειμένου να βρουν τον διοικητή τους και σώσουν την τιμή της Βέρμαχτ. Κατά τη διάρκεια της ημέρας, οι απαγωγείς έμεναν σε κρησφύγετα και τη νύχτα περπατούσαν, ώστε να μην τους εντοπίσουν τα γερμανικά αεροπλάνα.
Με τη βοήθεια των Κρητικών έφτασαν στα Ανώγεια και από εκεί στο Ροδάκινο, όπου ένα σκάφος του βρετανικού ναυτικού τους παρέλαβε και διέφυγαν στη Μέση Ανατολή.
Η εκτέλεση του αδίστακτου γερμανού “Σήφη” από τον ΕΛΑΣ
Λίγα χιλιόμετρα βόρεια από τα Ανώγεια, στο χωριό Δροσιά, γνωστό και ως Γενί Γκαβέ, δηλαδή “Νέο Καφενείο”, είχε τη βάση του ο Γερμανός λοχίας των SS, Γιοζέφ Όλενχαουερ. Οι ντόπιοι τον αποκαλούσαν “Σήφη” και, σύμφωνα με μαρτυρίες, ήταν ένας σκληρός υπαξιωματικός με το γνωστό κυνισμό των ναζί.
Το πρωί της 7ης Αυγούστου του 1944, έφτασε στο χωριό, συνοδευόμενος από 8 Γερμανούς και Ιταλούς στρατιώτες, προκειμένου να συγκεντρώσει άντρες της περιοχής και να τους αναγκάσει να περπατήσουν μέχρι το Ρέθυμνο για αγγαρείες. Ωστόσο, οι περισσότεροι από τους Ανωγειάτες είχαν προλάβει να διαφύγουν στα βουνά, υπό τον φόβο των αντιποίνων μετά την απαγωγή του Κράιπε. Ο Γερμανός εξοργίστηκε.
Τότε, ο Όλενχαουερ διέταξε τους άνδρες του, να συλλάβουν όποιον συναντήσουν, ακόμα κι αν ήταν γυναίκες, παιδιά ή ηλικιωμένοι. Ο αυτόπτης μάρτυρας, Μιχάλης Ρούλιος σε συνέντευξη του στον δημοσιογράφο Γιάννη Φασουλά, το 2006, δήλωσε:
“Και γυρίζει τα σπίθια και έπαιρνε ότι έβρηνε, μανάδες, γριές, μικιά κοπέλια. Και μονιάζει κοντά 100 γυναικόπαιδα και τα λάλιε με τη βέργα και τσι κοπάνιζε κιόλας. Κι όπου θέλα πέσει το βεργίδι”
Συνολικά, συνελήφθησαν 98 γυναικόπαιδα. Κατά την πορεία τους προς το Ρέθυμνο, στην περιοχή Σφακάκι, η φάλαγγα έπεσε σε ενέδρα ανταρτών του ΕΛΑΣ.
Η δωδεκαμελής ομάδα του ΕΛΑΣ επιτέθηκε αιφνιδιαστικά στη γερμανική διμοιρία, απελευθερώνοντας όλους τους ομήρους και αιχμαλωτίζοντας τον Όλενχαουερ και δύο ακόμα στρατιώτες. Μερικοί από τους στρατιώτες της φρουράς σκοτώθηκαν επιτόπου από τα πυρά των ανταρτών και μόλις δύο κατάφεραν να διαφύγουν.
Ο αδίστακτος “Σήφης” και οι στρατιώτες του οδηγήθηκαν στον Ψηλορείτη και εκτελέστηκαν, καθώς οι κατακτητές αρνήθηκαν να τους ανταλλάξουν, με έλληνες κρατούμενους στις φυλακές της Αγυιάς, γνωστές και ως “κολαστήριο των Χανίων”.
Δείτε το βίντεο του Δήμου Ανωγείου για τη Μάχη στο Σφακάκι:
Το σαμποτάζ της Δαμάστας
Την επόμενη μέρα, το πρωί της 8ης Αυγούστου, στη θέση Δαμαστό, 1.300 περίπου μέτρα δυτικά του χωριού Δαμάστα, μία ομάδα ανταρτών, υπό τον Βρετανό αξιωματικό της SOE, Γουίλιαμ Στάνλεϊ Μος, η οποία αποτελούταν από Ανωγειανούς αντιστασιακούς, μέλη της Εθνικής Οργάνωσης Κρήτης και Ρώσους αιχμαλώτους πολέμου που είχαν δραπετεύσει, βάδισε προς τον κεντρικό δρόμο που συνδέει το Ρέθυμνο με το Ηράκλειο. Οι κρητικοί ήταν οι Κεφαλογιάννης, Σταυρακάκης, Σμπώκος, Σπιθούρης, Σκουλάς και Κοντόκαλος.
Σκοπός της αντιστασιακής ενέργειας ήταν η καταστροφή του γερμανικού τμήματος ασφαλείας, που μετέφερε καθημερινά το γερμανικό ταχυδρομείο από το Ηράκλειο στα Χανιά καθώς και της συνοδείας του. Ο Μος επέλεξε να στήσει την ενέδρα δίπλα σε μία γέφυρα και τοποθέτησε νάρκες και χειροβομβίδες.
Αφού καταστράφηκαν διάφορα οχήματα, που διέσχισαν τον δρόμο, ανάμεσά τους κι ένα φορτηγό, που μετέφερε στρατιωτική αλληλογραφία στα Χανιά, εμφανίστηκε και η γερμανική φάλαγγα ασφαλείας. Αποτελούταν από ένα φορτηγό του πεζικού με περίπου 40 περίπου, συνοδευόμενο από ένα θωρακισμένο αυτοκίνητο, με δύο πολυβόλα.
Οι αντάρτες επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά στους κατακτητές. Ο Μος σύρθηκε στο πίσω μέρος του θωρακισμένου και πέταξε μία χειροβομβίδα στην καταπακτή. Στην έκρηξη που ακολούθησε σκοτώθηκαν πάνω από 35 Γερμανοί ενώ όσοι κατάφεραν να επιβιώσουν, τράπηκαν σε φυγή. Από τους αντάρτες σκοτώθηκε ο Ρώσος υπολοχαγός Βάνιας, ενώ τραυματίστηκε βαριά ο Μανώλης Β. Σπιθούρης, γνωστός και ως Νταμπακομανώλης και ελαφρύτερα ο Κώστας Β. Κεφαλογιάννης, γνωστός ως Κουντόκωστας.
Δείτε το βίντεο του Δήμου Ανωγείου για το σαμποτάζ της Δαμάστας:
Ο αντάρτης που έμεινε 8 μέρες σε μια τρύπα
Ο Μανώλης Σπιθούρης, (Νταμπακομανώλης) περιέγραψε, στον Γιώργο Καλογεράκη και στην εφημερίδα Ανωγή, τη στιγμή που χτυπήθηκε από τους Γερμανούς και τη θρυλική διάσωσή του:
“Ένα βλήμα από το πολυβόλο του τανκς που ήτανε μυδράλιο και ήσκανε το βλήμα όπου έπεφτε. Όντε με χτύπησε ήσκασε και στην κοιλιά μου. Το κατάλαβα και του φωνάζω του Τυρογιώργη, εβάρηκα! του λέω. Και εβρήκα μπροστά μου ένα βαγγάκι κι εμπήκα μέσα και καλύφτηκα.
Σε λίγη ώρα εσηκώθηκα και πήγα με τον Τυράκη και τον Κουντόκωστα παραπάνω, εκια δεν ήτονε πολλά πυρά. Ήρθε ο Μος και έβγαλε έναν επίδεσμο τετράγωνο, σα μια πλάκα σαπούνι και μου τονε βάνει στην πληγή. Με σύρνει μαζί με τον Κώστα τον Κεφαλογιάννη και πήγαμε παραπέρα σε ένα πρινάρι.. Εκουβεντιάζαμε με τον Κώστα και του’λεγα:
-Σήκω φύγε, εμένα η υπόθεσή μου έληξε, μόνο να μου χαιρετάς τσι αρχηγούς μας και να πεις στο σπίτι μας στσι δικούς μου να μην στενοχωρούνται, διότι εγώ είμαι τυχερός γιατί χάνομαι για την πατρίδα.”
Οι αντάρτες έφυγαν από το σημείο της ενέδρας, πιστεύοντας πως δεν θα ξαναδούν ζωντανό τον σύντροφό τους. Ωστόσο, όταν επέστρεψαν την επόμενη μέρα για να περισυλλέξουν το πτώμα του, δεν πίστευαν στα μάτια τους. Ο Νταμπακομανώλης ήταν ζωντανός. Τον μετέφεραν σε μια σπηλιά κοντά στο Αηδονοχώρι και από εκεί στο σπίτι του πατέρα του στα Ανώγεια.
Μόλις, όμως, έγινε γνωστό ότι οι Γερμανοί βαδίζουν προς το χωριό, δόθηκε εντολή να μεταφερθεί ο τραυματίας στο “λημέρι των ανταρτών” στον Ψηλορείτη.
“Με πήρανε με το φορείο και με βγάλανε απάνω στο λημέρι στη Μύθια. Ο καιρός έκαμε μια τσίκνη κι έβρεξε και με βάλανε μέσα στο μοναστηράκι, στην εκκλησία του Αγίου Μάμα. Εκιά είδα και τσι Ρώσους που είμαστε μαζί στο σαμποτάζ στη Δαμάστα. Ήτανε και οι αντάρτες, ο παπά-Γιάννης, ο Χριστομιχάλης και όλοι. Ξαφνικά έρχεται μια είδηση ότι γίνεται μπλόκο από 5.000 Γερμανούς. Ελέγανε όλοι ήντα να κάνομε τον τραυματία, εμένα δηλαδή.
Πιο πέρα ήτανε μια τρύπα, 10 μέτρα βάθος και τοσε λέω να μπω στη τρύπα. Με βάλανε μέσα. Επόμεινε η αδερφή μου η Μαρία, η αξαδέρφη μου η Κατίνα η Καδενιάδαινα, η Φροσύνη και η Κατίνα η Ξυλούρη να με προσέχουνε. Τέσσερις γυναίκες επομείνανε να με προσέχουνε. Μέσα στην τρύπα κι εγώ κι αυτές.”
Η τρύπα ήταν βάθους 3-4 μέτρων και έστριβε δεξιά. Ακόμα και αν κάποιος στεκόταν από πάνω της ακριβώς, δεν έβλεπε τίποτα μέσα. Οι γυναίκες είχαν πάρει μαζί τους ένα κομμάτι κρέας, μισό κεφάλι τυρί και ένα μπουκάλι νερό. Οι Γερμανοί έφτασαν στο λημέρι το μεσημέρι της 15ης Αυγούστου και αφού κατέστρεψαν ό,τι βρήκαν, αποφάσισαν να στρατοπεδεύσουν στη βρύση της Μίθιας. Ο Σπιθούρης και οι γυναίκες βρίσκονταν σε απόσταση μικρότερη των 80 μέτρων.
Η ζέστη ήταν αφόρητη εντός της τρύπας αλλά ο ανεφοδιασμός ήταν αδύνατος με τους Γερμανούς να καραδοκούν σε τόσο κοντινή απόσταση. Μόνο κατά τη διάρκεια της νύχτας, όταν οι στρατιώτες έπεφταν για ύπνο, οι γυναίκες πήγαιναν στη θέση “Κορίτσι”, ανατολικά της βρύσης, και έπαιρναν λίγο νερό, σέρνοντας το σώμα τους και με κίνδυνο να συλληφθούν.
Μετά από 8 μέρες, το μεσημέρι της 22ας Αυγούστου του 1944, οι Γερμανοί εγκατέλειψαν τη θέση Μύθια, κατόπιν εντολής του διοικητή τους. Τότε, ελευθερώθηκε και ο Σπιθούρης, ο οποίος, προς έκπληξη όλων και παρά τον βαρύ τραυματισμό του, κατάφερε να επιβιώσει.
Η Αικατερίνη Σπιθούρη Ξυλούρη, που ήταν μαζί με τον Νταμπακομανώλη στην τρύπα, είχε περιγράψει:
“…το τραύμα του Νταμπακομανώλη ήτανε διαμπερές. Εχώριε να μπει μέσα στην πληγή του ένας γρόθος ενός μικρού παιδιού. Από τη μια μεριά ίσαμε την άλλη. Δεν εσκέφτουντανε αυτός τότε πόνους. Μόνο εξάνοιγε να μας παρηγορήσει. Γιατί εμείς εφοβούμαστε ότι θα’ρθούνε οι γερμανοί να μας εσκοτώσουνε. Και ο Νταμπακομανόλης μας έλεγενε:
-Δε σας εκάνουνε πράμα οι Γερμανοί. Γιατί την ώρα που θα προβάλουνε και θα μας εδούνε, θα πετάξουνε μια χειροβομβίδα και θα διαλυθούμε. Μη φοβάστε”.
“Οι τράγοι” στα Ανώγεια
Προς το τέλος του καλοκαιριού του 1944 ήταν πλέον φανερό ότι ο πόλεμος είχε κριθεί. Γερμανικά στρατεύματα άρχισαν να εγκαταλείπουν την Ανατολική Κρήτη και να συγκεντρώνονται στην περιοχή των Χανιών, με σκοπό την οριστική αποχώρησή τους. Οι γερμανοί ήθελαν όμως να τιμωρήσουν τους ανυπότακτους κρητικούς και αποφάσισαν να καταστρέψουν όσα περισσότερα χωριά μπορούσαν, κατά την “έξοδό” τους από το νησί.
Την 12η Αυγούστου, δύο γερμανικά τάγματα με τριάντα αυτοκίνητα υπό τον ταγματάρχη Μάρτεν, έφτασαν στο χωριό Σίσαρχα, τρία χιλιόμετρα έξω από τα Ανώγεια. Οι κάτοικοι, μόλις αντιλήφθηκαν την απειλητική παρουσία των Γερμανών δίπλα απ’ το χωριό, ειδοποίησαν τους ντόπιους, με το σύνθημα “τράγοι στ’ αμπέλια”.
Μέσα σε λίγες ώρες, όλοι οι άντρες του χωριού, μαζί με μερικά γυναικόπαιδα, κατέφυγαν στα βουνά.
Το ξημέρωμα της 13ης Αυγούστου, πάνω από 2.000 πάνοπλοι Γερμανοί στρατιώτες, περικύκλωσαν τα Ανώγεια και εισέβαλαν στο χωριό από διάφορα σημεία. Περίπου 2.500 γυναικόπαιδα, ηλικιωμένοι, κατάκοιτοι, άρρωστοι και ελάχιστοι άντρες βρίσκονταν ακόμα εκεί. Με πυροβολισμούς και ποδοβολητά, οι κατακτητές τρομοκράτησαν τους εναπομείναντες κατοίκους και τους διέταξαν να συγκεντρωθούν στην κεντρική πλατεία.
Εκεί, ο ταγματάρχης Μάρτεν διάβασε τη διαταγή του Γερμανού διοικητή της Κρήτης, Φρίντριχ-Βίλχελμ Μύλλερ:
“Επειδή η πόλις των Ανωγείων είναι κέντρον της αγγλικής κατασκοπίας εν Κρήτη και επειδή οι Ανωγειανοί εξετέλεσαν το φόνο του λοχία φρουράρχου Γενί-Γκαβέ και της υπ’ αυτόν φρουράς και επειδή οι Ανωγειανοί εξετέλεσαν το σαμποτάζ της Δαμάστας, επειδή εις Ανώγεια ευρίσκουν άσυλον και προστασίαν οι αντάρται των διαφόρων ομάδων αντιστάσεως και επειδή εκ των Ανωγείων διήλθον και οι απαγωγείς με τον στρατηγόν Φον Κράιπε χρησιμοποιήσαντες ως σταθμόν διακομιδής τα Ανώγεια, διατάσσομεν την ΙΣΟΠΕΔΩΣΙΝ τούτων και την εκτέλεσιν παντός άρρενος Ανωγειανού όστις ήθελεν ευρεθεί εντός του χωρίου και πέριξ αυτού εις απόστασιν ενός χιλιομέτρου.
Χανιά 13-8-44 0 Στρατηγός Διοικητής Φρουρίου Κρήτης X. ΜΙΛΛΕΡ”
Το Ολοκαύτωμα των Ανωγείων διήρκεσε 24 μέρες
Μετά την ανάγνωση της διαταγής έδωσαν προθεσμία λίγων λεπτών, για να πάρει ο καθένας από το σπίτι του μόνο ότι μπορούσε να κουβαλήσει και συγκέντρωσαν όλους τους αμάχους σε ένα σημείο. Τους ανάγκασαν να σχηματίσουν φάλαγγα και τους οδήγησαν, βόρεια των Ανωγείων, προς το χωριό Γενί-Γκαβέ. Διανυκτέρευσαν στο ύπαιθρο και το επόμενο πρωί τους έβαλαν και πάλι σε σειρά και τους μετέφεραν στο χωριό Πέραμα, όπου τους εγκατέλειψαν.
Γυναίκες και γέροι ξυπόλητοι, χωρίς ρούχα και τροφή, διασκορπίστηκαν στα γειτονικά χωριά της επαρχίας Μυλοποτάμου. Χωρίς δεύτερη σκέψη, οι κάτοικοι του Μυλοποτάμου έβαλαν τους εξαθλιωμένους Ανωγειάτες στα σπίτια τους, τους έδωσαν από το φαγητό τους και τους έντυσαν με τα ρούχα τους. Την ίδια στιγμή, οι Γερμανοί στρατιώτες επέστρεφαν στα Ανώγεια.
Αφού πραγματοποίησαν ενδελεχή έρευνα στα σπίτια των χωρικών, τα λεηλάτησαν, αρπάζοντας όλα τους τα υπάρχοντα. Από χρήματα, χρυσαφικά και εργαλεία μέχρι σπάνια υφαντά, τυρί, λάδι, πατάτες, όσπρια και χαρούπια.
Τα πιο πολύτιμα είδη τα μετέφεραν στο αεροδρόμιο Καστελλίου και τα έστειλαν αεροπορικώς στη Γερμανία. Ακόμη, υποχρέωσαν τους πολίτες που είχαν συλλάβει, να μεταφέρουν όλα τα κοπάδια αιγοπροβάτων τους στα Σίσαρχα και από εκεί τα οδήγησαν με φορτηγά στο Ηράκλειο, όπου τα πούλησαν σε μαυραγορίτες.
Κατά τη διάρκεια της λεηλασίας, οι Γερμανοί στρατιώτες εντόπισαν 20 κατάκοιτους ηλικιωμένους, οι οποίοι δεν μπόρεσαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, και τους έκαψαν ζωντανούς. Ύστερα ανατίναξαν όλα τα σπίτια του χωριού με δυναμίτη.
Πάνω από 800 σπίτια καταστράφηκαν ολοσχερώς ενώ σύμφωνα με αναφορά, που συντάχθηκε εκ μέρους του ελληνικού κράτους το 1945, από τα 940 σπίτια στα Ανώγεια, κανένα δεν έμεινε άθικτο. Λέγεται ότι τα σύννεφα καπνού από την πυρπόληση των σπιτιών ήταν ορατά ακόμα και από μεγάλη απόσταση.
Στις 28 Αυγούστου, οι Γερμανοί στρατιώτες εκτέλεσαν 31 Ανωγειάτες, που τους κρατούσαν ομήρους για να μεταφέρουν τη λεία τους.
Η καταστροφή των Ανωγείων διήρκεσε συνολικά 24 μέρες, από τις 13 Αυγούστου έως τις 5 Σεπτεμβρίου του 1944. Κάθε βράδυ οι κατακτητές αποσύρονταν στα Σίσαρχα και επέστρεφαν το επόμενο πρωί, για να ισοπεδώσουν το χωριό. Όταν πια τα γερμανικά στρατεύματα αποχώρησαν, άφησαν πίσω τους ερείπια και αποκαΐδια.
Yπολογίζεται ότι, από το 1941 έως και το 1944, στον αγώνα κατά της ναζιστικής κατοχής, έχασαν τη ζωή τους συνολικά 104 κάτοικοι των Ανωγείων.
Αντλήθηκαν πληροφορίες από: Δήμος Ανωγείων, Ανωγή, Ελληνικά Ολοκαυτώματα 1940-1945, εφημερίδα “ΠΑΤΡΙΣ”
Ειδήσεις σήμερα:
- Ο Μητσοτάκης διέγραψε από τη ΝΔ τον Αντώνη Σαμαρά. Τι του καταλογίζει o πρωθυπουργός. Η απάντηση Σαμαρά
- Η έκκληση του επικεφαλής του ΟΗΕ για το κλίμα. Σε εξέλιξη η διάσκεψη COP29. Τι αναφέρει
- Συνεχίζονται και κορυφώνονται αύριο οι εκδηλώσεις για την επέτειο του Πολυτεχνείου. Οι κυκλοφοριακές ρυθμίσεις
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr