Ο Φώτης Κόντογλου, ο σπουδαιότερος μελετητής και συνεχιστής της βυζαντινής και μεταβυζαντινής ζωγραφικής παράδοσης κατά τον 20ο αιώνα.
Αυτός ο πολυταξιδεμένος Έλληνας, Ανατολίτης κι Ευρωπαίος που μετατόπισε το ενδιαφέρον των σύγχρονών του από την αρχαιότητα και τον δυτικό πολιτισμό προς το Βυζάντιο.Ο καλλιτέχνης, που συμπορευόμενος με τη γενιά του ’30, έδωσε με το λογοτεχνικό και καλλιτεχνικό του έργο ξεχωριστό νόημα στη λέξη «ελληνικότητα», μόνο πίκρες πήρε όσο ζούσε από το ελληνικό Δημόσιο.
Ο Δήμος Αθηναίων ουδέποτε αποζημίωσε τον Κόντογλου για τις τοιχογραφίες που φιλοτέχνησε στο δημαρχιακό μέγαρο προπολεμικά, οι οποίες αποτελούν ένα από τα καλύτερα δείγματα της μεταβυζαντινής του τεχνοτροπίας. Το αποτέλεσμα ήταν να πουλήσει το σπίτι του κοψοχρονιά επί Κατοχής και να ζει με την οικογένειά του σε γκαράζ για τα επόμενα δώδεκα χρόνια…
Όμως κι αργότερα, τη δεκαετία του ’60, οι εκκλήσεις του να ζωγραφίσει το φρέσκο στην Καπνικαρέα ή να εικονογραφήσει την κρύπτη της Αγίας Φιλοθέης, δεν εισακούστηκαν από κανέναν κι ας δήλωνε ο ίδιος πως στερείται παντελώς εργασίας. «Το 1965, μάλιστα, η Εφορία, έχοντάς τον κατατάξει στους… μπογιατζήδες, του καταλόγισε πρόστιμο επειδή δεν τηρούσε τα κατάλληλα βιβλία, ενώ πρόσφατα αφαιρέθηκαν από τα σχολικά εγχειρίδια τα λογοτεχνικά κείμενά του».
Ένα από τα πιο συγκινητικά ευρήματα του αρχείου, σύμφωνα με τον εγγονό του, ήταν ένα κουτί τσιγάρα όπου ο Κόντογλου είχε γράψει, μεταξύ άλλων, τις παρακάτω φράσεις: «Εάν θέλεις ν’ ανέβεις σε ουράνιες σφαίρες, γίνε καλλιτέχνης. Μα αν θες να πιεις φαρμάκια, γίνε καλλιτέχνης».
Κι ένα από τα πιο διασκεδαστικά, οι προσκλήσεις που είχε σχεδιάσει ο Κόντογλου το ’49 για τα βαφτίσια του εγγονού του Παναγιώτη, στις οποίες δίνονταν διεξοδικά οδηγίες για το πώς θα φτάσει κανείς στην εκκλησία, αλλά δεν γινόταν αναφορά ούτε στη μέρα ούτε στην ώρα της τελετής, όπως θα του επεσήμαινε γραπτώς ο φίλος του Κώστας Κοτζιάς!
Να όμως που, παραμονές της συμπλήρωσης μισού αιώνα από το θάνατό του, οι απόγονοί του αποφάσισαν να δωρίσουν στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο το αρχείο του.
Ταξίδι στο άγνωστο
Το αρχείο Κόντογλου περιλαμβάνει δημοσιευμένα αλλά και πολλά ανέκδοτα χειρόγραφα. Φωτογραφίες εποχής και μνημείων, αλληλογραφία με σημαντικές προσωπικότητες της καλλιτεχνικής και εκκλησιαστικής ζωής, ημερολογιακές σημειώσεις, συμβόλαια παραγγελιών για μεγάλα εκκλησιαστικά σύνολα, προσχέδια, δημοσιεύματα και μελέτες για τον ίδιο.
Περιέχει ακόμη άφθονα τεκμήρια των δικών του πνευματικών αναζητήσεων στα πεδία της ιστορίας, της τέχνης, της θεολογίας, της φιλοσοφίας και της πολιτικής.
Πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα σωζόμενα αρχεία Έλληνα καλλιτέχνη του περασμένου αιώνα και παραδόθηκε στο Βυζαντινό Μουσείο από τους εγγονούς του Κόντογλου, Παναγιώτη και Φώτη Μαρτίνο, ταξινομημένο και ψηφιοποιημένο, σε άριστη κατάσταση.
«Το αρχείο αυτό για μας ήταν ένα ταξίδι προς το άγνωστο», ομολογεί ο Φώτης Μαρτίνος. «Με το που αρχίσαμε ν’ ανοίγουμε τις κούτες, μετά το θάνατο της μητέρας μας, το 2009, αντιληφθήκαμε ότι είναι αδύνατον να διαχειριστούμε κάτι όσο αγνοούμε το περιεχόμενό του. Πιάσαμε λοιπόν να διαβάζουμε το κάθε έγγραφο χωριστά ώστε να το ταξινομήσουμε ανάλογα και, όπως συνειδητοποιήσαμε, μέσα από το αρχείο αναδύεται ένας Κόντογλου πολύ ευρύτερος από εκείνον που γνωρίζαμε. Ένας Κόντογλου που, αντικειμενικά δεν είναι “δικός” μας, αλλά αποτελεί πολιτιστική κληρονομιά της Ελλάδας. Γι’ αυτό ακριβώς αποφασίσαμε να το αποχωριστούμε, μολονότι είμαστε πολύ δεμένοι μαζί του συναισθηματικά. Ήταν μια δύσκολη απόφαση. Σκεπτόμασταν να το δώσουμε ή στο Μουσείο Μπενάκη ή στο Βυζαντινό, όπως σίγουρα θα ήθελε κι ο ίδιος, και τελικά χάρη στο συγκινητικό ενδιαφέρον της κ. Λαζαρίδου, καταλήξαμε στο δεύτερο».
Ο Φώτης Μαρτίνος ευελπιστεί ότι η κίνηση αυτή ίσως αποκαταστήσει τις σχέσεις του Κόντογλου με το ελληνικό κράτος. «Το πόσο κακές ήταν αυτές αποτυπώνεται ολοκάθαρα και στο αρχείο. Ποτέ δεν μπορούσα να φανταστώ πόσο πολεμήθηκε αυτός ο άνθρωπος εκ των έσω!».
Εν αναμονή του ανοίγματος του αρχείου στο κοινό και με αφορμή τα πενήντα χρόνια από το θάνατο του Κόντογλου που συμπληρώνονται το 2015, το Βυζαντινό Μουσείο θ’ αντλήσει από τον καινούργιο του θησαυρό υλικό για το επόμενο Ημερολόγιό του, και θα οργανώσει έκθεση μ’ όλα τα έργα του καλλιτέχνη που φιλοξενούνται στις συλλογές του.