«Το γένος των Ελλήνων στην Ευρώπη αφανίστηκε από τη ρίζα […] Τα αθάνατα έργα του πνεύματος του αρχαίου λαού και κάποια ερείπια στο πάτριο έδαφος είναι σήμερα οι μόνες αποδείξεις ότι υπήρξε κάποτε ελληνικός λαός […]
Κι αυτό διότι ούτε σταγόνα γνήσιου και καθαρού ελληνικού αίματος δεν ρέει στις φλέβες των χριστιανών κατοίκων της σημερινής Ελλάδας.
Μεγάλη θύελλα, που όμοιά της σπανίως βλέπει το δικό μας γένος, χύθηκε σε ολόκληρη την περιοχή μεταξύ Ίστρου και των μύχιων της Πελοποννήσου, εξαιτίας της εγκατάστασης ενός νέου φύλου, ομοαίματου των μεγάλων σλαβικών εθνών. Δεύτερη και ίσως όχι λιγότερο σπουδαία μεταβολή συνέβη με την εισβολή των Αλβανών στην Ελλάδα, η οποία ολοκλήρωσε το δράμα της εξόντωσης».
Τα παραπάνω λόγια προέρχονται από το βιβλίο «Ιστορία της Χερσονήσου του Μορέως κατά τον Μεσαίωνα». Συγγραφέας του ήταν ο Γιάκομπ Φίλιπ Φαλμεράιερ (1790 – 1861), ένας πολυσπουδασμένος Αυστριακός περιηγητής που έχαιρε εκτίμησης στον γερμανόφωνο κόσμο.
Εξέφρασε την άποψη περί «εξόντωσης του ελληνικού γένους» τη δεκαετία του 1830. Ήταν η εποχή που το νεοσύστατο ελληνικό κράτος έκανε τα πρώτα του βήματα και προσπαθούσε να παγιώσει ταυτότητά του μετά από τέσσερις αιώνες Τουρκοκρατίας.
Οι Νεοέλληνες αντλούσαν έμπνευση από την αρχαία Ελλάδα και ιδιαίτερα από την Κλασική Εποχή και υπήρχε η πεποίθηση ότι ως απόγονοι του Περικλή και των άλλων σημαντικών προσώπων της εποχής, θα δικαιωθούν από την ιστορία. Τα γραφόμενα του Φαλμεράιερ διατάραξαν τη σχέση που είχαν σφυρηλατήσει με την ταυτότητά τους και το παρελθόν τους.
Για τον Φαλμεράιερ, πρόγονοι των συγχρόνων Ελλήνων είναι οι Σλάβοι, κατά κύριο λόγο, και οι Αλβανοί που μετανάστευσαν στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα, εξαφανίζοντας την ελληνική φυλή.
Οι σφοδρές αντιδράσεις και η “αντεπίθεση” του Παπαρρηγόπουλου
Αφότου ο Γιάκομπ Φίλιπ Φαλμεράιερ αμφισβήτησε τη φυλετική καταγωγή των Ελλήνων, μετατράπηκε αμέσως σε persona non grata για τους Έλληνες διανοούμενους. Λέγεται ότι, όταν επισκέφθηκε την Αθήνα το 1842, οι κάτοικοι τον προπηλάκισαν και ο Τύπος τον αποδοκίμασε με λίβελους.
Ο Τσαρλς Τάκερμαν, ο πρώτος Αμερικανός πρέσβης στην ανεξάρτητη Ελλάδα και ένας από τους οξυδερκείς παρατηρητές της ελληνικής κοινωνίας στα μέσα του 19ου αιώνα, διαπίστωσε ότι μια απλή αναφορά στο όνομα του Φαλμεράιερ αρκούσε, για να προκαλέσει κανείς ανεξέλεγκτο θυμό στους Αθηναίους καθηγητές της εποχής.
Οι Έλληνες λόγιοι προσπάθησαν να αποδείξουν ως αβάσιμους τους ισχυρισμούς του Φαλμεράιερ με συγκριτικές μελέτες της γλώσσας, των ηθών και των εθίμων των Ελλήνων διαχρονικά. Ανάμεσα στους επικριτές του Αυστριακού ιστορικού περιλαμβανόταν και ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, ο οποίος υπήρξε ο θεμελιωτής της αντίληψης της ιστορικής συνέχειας της Ελλάδας από την αρχαιότητα έως σήμερα.
Ήταν αυτός που καθιέρωσε την τριμερή διαίρεση της ελληνικής ιστορίας σε αρχαία, μεσαιωνική και νέα και έθεσε τις βάσεις για τη διαμόρφωση της εθνικής ταυτότητας της νεοελληνικής κοινωνίας.
Το 1843 πρωτοεμφανίστηκε με μια διατριβή «Περί τῆς ἐποικήσεως σλαβικῶν τινῶν φυλῶν εἰς τήν Πελοπόννησον», καταδεικνύοντας τα λάθη της θεωρίας του Φαλμεράιερ. Το 1860 ξεκίνησε η έκδοση της «Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους», ενός έργου που τον καθιέρωσε στον επιστημονικό χώρο.
Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος συνέδεσε ιστορικά την αρχαιότητα με τη νεότερη Ελλάδα μέσω του Βυζαντίου. Τις ίδιες απόψεις είχε υποστηρίξει νωρίτερα ο λόγιος Σπυρίδων Ζαμπέλιος. Κατά πολλούς ,αυτός είναι ο θεμελιωτής του σχήματος της αδιάσπαστης τρισχιλιετούς ελληνικής ιστορίας.
Πέρα από τους Έλληνες, υπήρχαν και ξένοι ακαδημαϊκοί που διαφώνησαν με όσα έλεγε ο Φαλμεράιερ, όπως ο Σλοβένος γλωσσολόγος Γέρνεϊ Κόπιταρ, ο Βαυαρός φιλόλογος Φρίντριχ Τιρς και ο Σκωτσέζος φιλέλληνας, Τζορτζ Φίνλεϊ.
Επίσης, οι απόψεις του Αυστριακού ιστορικού απορρίφθηκαν ως υποκειμενικές και αντιεπιστημονικές από την Βαυαρική Ακαδημία Επιστημών και Κλασικών Μελετών.
Η σλαβική διείσδυση στα νότια Βαλκάνια
Ο Φαλμεράιερ ισχυριζόταν ότι οι Έλληνες της νεότερης εποχής δεν κατάγονταν από τη φυλή των αρχαίων Ελλήνων.
Βασιζόμενος στις σλαβικές εποικήσεις που όντως συνέβαιναν κατά τον 6ο-8ο αιώνα, έφτασε στο σημείο να θεωρεί ότι οι Νεοέλληνες προέρχονταν από Σλάβους, που εισέβαλαν στην Πελοπόννησο και άλλες περιοχές και από Αλβανούς που εξαπλώθηκαν κατά τον ύστερο Μεσαίωνα και τους νεότερους χρόνους και αναμείχθηκαν με ελληνόφωνους.
Με άλλα λόγια, διατεινόταν ότι ο εκσλαβισμός και ο εξαλβανισμός ελληνικών περιοχών νόθευσε μέσω της φυλετικής επιμειξίας την αρχαιοελληνική φυλή και τον πολιτισμό. Πρόκειται για μια άποψη που, σύμφωνα με ορισμένους αναλυτές, είχε στόχο να πλήξει τον φιλελληνισμό πολλών Βαυαρών και να εξυπηρετήσει σκοπιμότητες της εποχής.
Οι ιδέες του Φαλμεράιερ φέρεται να είχαν αρκετά μεγάλη αποδοχή στους ναζιστικούς κύκλους την περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Φαίνεται ότι όσοι Γερμανοί στρατιωτικοί ήταν γνώστες της κλασικής παιδείας, πείστηκαν ότι οι σύγχρονοι κάτοικοι της Ελλάδας δεν είχαν καμία σχέση με την αρχαία Ελλάδα και έτσι μπόρεσαν να δικαιολογήσουν τα εγκλήματα πολέμου την περίοδο της Κατοχής.
Η έρευνα απαντά στον Φαλμεράιερ
Ο Γερμανός ιστορικός Καρλ Χοπφ υποστήριξε ότι ο Φαλμεράιερ δεν μελέτησε επαρκώς τις διαθέσιμες πηγές ή, ακόμα χειρότερα, έκανε επιλεκτική χρησιμοποίηση ή αποσιώπηση στοιχείων, για να στηρίξει τη θεωρία του περί εκσλαβισμού του ελλαδικού χώρου.
Όπως λέει, ο Αυστριακός ιστορικός παρερμήνευσε και υπερτόνισε χωρία από έργα Βυζαντινών συγγραφέων, όπως του Ευάγριου και του Μιχαήλ του Σύρου. Επιπλέον, βασίστηκε σε απόσπασμα από το «Χρονικό της Μονεμβασίας», ένα μεσαιωνικό κείμενο αγνώστου συγγραφέα και αβέβαιης αξιοπιστίας, στο οποίο γινόταν λόγος για κατοχή της Πελοποννήσου από τους Αβάρους «επί χρόνοις διακοσίοις οκτωκαίδεκα».
«Ότι δεν έγινε σλαβική κατοχή της Πελοποννήσου επί 218 έτη δεν χωρεί καμία αμφιβολία, όπως επίσης αναμφισβήτητη είναι η εκεί σλαβική παρουσία, της οποίας κατάλοιπα είναι τα σωζόμενα σλαβικά τοπωνύμια», αναφέρει η βυζαντινολόγος, Αικατερίνη Χριστοφιλοπούλου στην «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους».
Σύμφωνα με τον Καρλ Χοπφ, «στο τέλος της 7ης εκατονταετηρίδας οι σλαβικές εποικήσεις εκτείνονταν προς το νότο μέχρι τη Βόνιτσα στην Ήπειρο και το Βελεστίνο στη Θεσσαλία. Από πουθενά δεν αποδεικνύεται ότι συμπεριελάμβαναν και τη Στερεά Ελλάδα και την Πελοπόννησο, την οποία λήστευαν, δοθείσης ευκαιρίας, από τη θάλασσα.
Οι μεγαλύτερες εποικήσεις των Σλάβων βρίσκονταν γύρω από τη Θεσσαλονίκη και ο αυτοκράτορας έπρεπε να πολεμήσει επανειλημμένως εναντίον αυτών των φυλών, για να τις καταστήσει υποτελείς […] Δεν πρέπει να απορούμε που, εκτός από τα χωριά, φέρουν σλαβικά ονόματα και βουνά, ποταμοί και κοιλάδες, αλλά ούτε έτσι αποδεικνύεται ολοσχερής εκρίζωση του ελληνισμού».
Επιπρόσθετα, οι Σλάβοι άφησαν στην Πελοπόννησο ελάχιστα ίχνη σε οικοδομές ή οικισμούς και θραύσματα αγγείων που παραπέμπουν στη σλαβική κεραμική.
«Παρά τη γενικευμένη εξάπλωση σλαβικών φυλών σε όλη την ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια, οι θεωρίες περί εξολόθρευσης κάθε ελληνικού πληθυσμού από τα εδάφη είναι καθαρό μύθευμα. Τα υπάρχοντα στοιχεία τοποθετούν ελληνικούς πληθυσμούς σε όλες τις περιοχές της σημερινής Ελλάδας, παρά την ταυτόχρονη παρουσία Σλάβων», συμπεραίνει ο Χοπφ.
Το επικριτικό δημοσίευμα του 1984
Η στάση των Ελλήνων απέναντι στον Φαλμεράιερ ελάχιστα άλλαξε στο πέρασμα των χρόνων, με αποτέλεσμα μέχρι σήμερα να θεωρείται συνώνυμο του «ανθέλληνα», του «σλαβόφιλου» και του «πληρωμένου κονδυλοφόρου».
Ακόμη και η μετάφραση του έργου του στα ελληνικά αντιμετωπίστηκε με αρνητικό τρόπο από τον Τύπο, όπως φαίνεται σε δημοσίευμα της εφημερίδας «Τα Νέα», το Δεκέμβριο του 1984.
«Νεκρές ιδέες για τον Ελληνισμό… ξαφνικά στην επικαιρότητα», αναφέρει ο υπέρτιτλος, «Ξέθαψαν τον Φαλμεράυερ» γράφει ο τίτλος, ενώ στο κυρίως σώμα διαβάζουμε, μεταξύ άλλων:
«150 χρόνια μετά τη διατύπωση αυτής της θεωρίας, το βιβλίο του Φαλμεράιερ εκδίδεται για πρώτη φορά στα ελληνικά. Τι μπορεί να σημαίνει αυτό; Στο όνομα της γνώσης και της ενημέρωσης του λαού μας γίνεται αυτή η έκδοση, χωρίς όμως να είναι πειστική αυτή και μόνο η επιδίωξη […]
Ο Φαλμεράυερ εξυπηρετούσε τις σκοπιμότητες της εποχής του και χρησιμοποίησε το μανδύα της επιστήμης, για να προσφέρει υπηρεσία στους “κυρίους” του».
Η σύγχρονη έρευνα για τους Πελοποννήσιους που “κατέρριψε” τη θεωρία του Φαλμεράιερ
Το Μάρτιο του 2017, δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό European Journal of Human Genetics μία έρευνα βασισμένη σε ανάλυση DNA. Την έφεραν εις πέρας 14 Έλληνες και ξένοι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή Ιατρικής Γενετικής του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον, Γιώργο Σταµατογιαννόπουλο.
Ειδικότερα, το δείγμα τους αποτελείτο από 241 άτομα, με προέλευση από όλες τις περιοχές της Πελοποννήσου, με σκοπό να εξεταστεί αν και σε τι βαθμό θα μπορούσε να τεκμηριωθεί η θεωρία του Φαλμεράιερ.
Οι περισσότεροι συμμετέχοντες ήταν ηλικίας μεταξύ 70 και 90 ετών, ενώ το μεγαλύτερο άτομο ήταν 107 ετών. Οι παππούδες τους συνεπώς γεννήθηκαν μεταξύ 1860 και 1880.
«Τα άτομα συμπεριλήφθηκαν στη μελέτη με την προϋπόθεση ότι και οι τέσσερις παππούδες προέρχονταν από το ίδιο χωριό ή από χωριά που βρίσκονταν σε απόσταση <10 km μεταξύ τους», διευκρινίζεται.
Το γενικό συμπέρασμα της μελέτης είναι ότι δεν έχει βάση η θέση του Φαλμεράιερ περί εξαφάνισης των μεσαιωνικών ελληνικών πληθυσμών λόγω των σλαβικών εποικήσεων. Όπως αναφέρουν οι ερευνητές, «οι Πελοποννήσιοι τοποθετούνται γενετικά πολύ κοντά στους Σικελούς και στους Ιταλούς» παρά στους Σλάβους.
Το γενετικό υλικό των σημερινών κατοίκων της Πελοποννήσου διαθέτει ελάχιστα στοιχεία σλαβικής προέλευσης, δηλαδή σε ποσοστό που κυμαίνεται από 0,2 έως 14,4%. Τα αντίστοιχα ποσοστά γενετικής συσχέτισης με τους Γάλλους και τους Ιταλούς ξεπερνούν το 39% και το 85% αντίστοιχα σε περιοχές, όπως η Αργολίδα, η Μεσσηνία και η Αρκαδία.
Ιδιαίτερα για την περιοχή της Μάνης και της Τσακωνιάς (ανατολική Αρκαδία), η έρευνα έδειξε σχεδόν μηδαμινά ποσοστά συσχέτισης με τους Σλάβους
«Οι σλαβικοί πληθυσμοί τοποθετούνται μακριά από τους Πελοποννήσιους, όπως και οι πληθυσμοί της Εγγύς Ανατολής. Οι δεύτεροι συνδέονται με την Πελοπόννησο μέσω των νησιών της Κρήτης και της Δωδεκανήσου», προσθέτουν οι ερευνητές.
Οι πληθυσμοί της Τσακωνιάς και της Μέσα Μάνης φαίνεται να έχουν διατηρήσει μια ιδιαίτερη γενετική δομή που μπορεί να οφείλεται στην δύσβατη γεωγραφία των δύο περιοχών. Στους αρχαίους χρόνους, η περιοχή των Τσακώνων, που τότε ονομαζόταν Κυνουρία, κατοικείτο από Ίωνες που μιλούσαν Δωρικά. Η γεωγραφική απομόνωση ίσως να εξηγεί και την διατήρηση της διαλέκτου τους, καταλήγουν οι ερευνητές.
Ο όρος Τσάκωνας εμφανίζεται για πρώτη φορά στα γραπτά βυζαντινών χρονικογράφων που αντλούν το εθνώνυμο των Τσακώνων από την παραφθορά του εθνωνύμου για τους Λάκωνες, δηλ τους Λακεδαιμόνιους.
«Η εικόνα της ιστορικής – γενετικής συνέχειας των Ελλήνων είναι ξεκάθαρη, όπως ξεκάθαρο επίσης είναι το γεγονός ότι, διαμέσου των αιώνων, οι Έλληνες εξελίχθηκαν δεχόμενοι γενετικές επιδράσεις από άλλους πληθυσμούς, αλλά ποτέ δεν έσβησε η γενετική κληρονομιά των πληθυσμών του Αιγαίου, πριν και μετά την εποχή των πρώιμων πολιτισμών της Εποχής του Χαλκού», συνοψίζει ο Ομότιμος Καθηγητής Γενετικής, Κώστας Τριανταφυλλίδης.
Οι πληροφορίες του άρθρου αντλήθηκαν από τις ακόλουθες πηγές:
- «Οι Σλάβοι εν Ελλάδι – Ανασκευή των θεωριών Φαλμεράυερ», βιβλίο του Κάρολου Χοπφ, Εκδόσεις Υπατία – Λυδία
- «Η Γενετική Ιστορία των Ελλήνων. Το DNA των Ελλήνων», άρθρο του Ομότιμου Καθηγητή Γενετικής, Κώστα Τριανταφυλλίδη
- «Γενετική των πελοποννησιακών πληθυσμών και η θεωρία της εξαφάνισης των Πελοποννήσιων Ελλήνων της μεσαιωνικής περιόδου», επιστημονική μελέτη δημοσιευμένη στο περιοδικό European Journal of Human Genetics
Πηγές εικόνων κεντρικής φωτογραφίας: Wikipedia και WikimediamtxCommons
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr