Αν μας ρωτούσαν να πούμε μερικά ονόματα σπουδαίων επιστημόνων και εφευρετών, οι περισσότεροι θα αναφέραμε προσωπικότητες που μάθαμε στο σχολείο, όπως τον Γουτεμβέργιο, τον Άλμπερτ Αϊνστάιν, τον Αλεξάντερ Γκράχαμ Μπελ και τον Νίκολα Τέσλα.
Ίσως κάποιοι να έκαναν αναφορά στη Μαρί Κιουρί, την πρώτη γυναίκα που κέρδισε βραβείο Νόμπελ, τον πρώτο άνθρωπο που κέρδισε δύο βραβεία Νόμπελ και το μοναδικό άτομο που έχει βραβευτεί με Νόμπελ σε δύο διαφορετικά πεδία των φυσικών επιστημών: στη φυσική και τη χημεία.
Όμως η περίπτωση της Κιουρί δεν συνιστά τον κανόνα αλλά την εξαίρεση. Ανέκαθεν ο κλάδος των φυσικών επιστημών, της τεχνολογίας, της μηχανικής και των μαθηματικών (STEM) ήταν ανδροκρατούμενος και οι γυναίκες υποεκπροσωπούνταν.
Έδωσαν σκληρή μάχη για να μορφωθούν και να ξεφύγουν από τα δεσμά της πατριαρχίας. Ακόμη κι όταν τα κατάφερναν, έρχονταν αντιμέτωπες με το ρατσισμό, το σεξισμό, την απουσία υλικής ανταμοιβής και την υποτίμηση των ικανοτήτων τους.
Μια αναδρομή στο παρελθόν δείχνει ότι υπήρξαν πάμπολλα παραδείγματα γυναικών που, σε πείσμα των αντιλήψεων και των στερεοτύπων της εποχής, διέπρεψαν στην επιστήμη τους και έβαλαν τα θεμέλια για σπουδαίες ανακαλύψεις και εφευρέσεις.
Τις περισσότερες φορές, όμως, ήταν οι άνδρες συνάδελφοί τους εκείνοι που καρπώθηκαν την επιτυχία τους και πήραν τα εύσημα από την επιστημονική κοινότητα και την κοινή γνώμη. Το όνομά τους είτε βρισκόταν στα ψιλά γράμματα των εγχειριδίων είτε απουσίαζε εντελώς.
Πρόκειται για το λεγόμενο “φαινόμενο Ματίλντα” (“Matilda effect”), το οποίο πρώτη περιέγραψε η Αμερικανίδα σουφραζέτα και υποστηρίκτρια της κατάργησης της δουλείας, Ματίλντα Τζόσλιν Γκέιτζ, στο δοκίμιό της με τίτλο “Woman as an Inventor” που εκδόθηκε το 1870.
Ο όρος “Matilda effect” επινοήθηκε το 1993 από την Αμερικανίδα ιστορικό της επιστήμης, Μάργκαρετ Ρόσιτερ.
Ακολούθως σας παρουσιάζουμε τις ιστορίες γυναικών που η συνεισφορά τους στην πρόοδο της επιστήμης υπήρξε μεγάλη, αλλά η αναγνώριση που έλαβαν μικρή και όψιμη.
Ρόζαλιντ Φράνκλιν (1920-1958)
Σύμφωνα με πολλούς μελετητές, η Αγγλίδα βιοχημικός και κρυσταλλογράφος, Ρόζαλιντ Φράνκλιν αποτελεί το κορυφαίο παράδειγμα του “φαινομένου Ματίλντα”. Πρόκειται για τον άνθρωπο που το Μάιο του 1952, ως ερευνήτρια στο King’s College του Λονδίνου και αξιοποιώντας την κρυσταλλογραφία ακτίνων Χ, τράβηξε την περίφημη “Φωτογραφία 51”.
Ήταν η πρώτη φωτογραφία που επιβεβαίωνε ότι η μορφή του DNA είναι ελικοειδής και, για πολλούς, θεωρείται η σημαντικότερη φωτογραφία του 20ού αιώνα.
Η ανακάλυψη του μοντέλου της διπλής έλικας του DNA ήταν τότε το “Ιερό Δισκοπότηρο” της επιστήμης. Οι Τζέιμς Γουάτσον, Φράνσις Κρικ και Μόρις Γουίλκινς επίσης διεξήγαγαν πειράματα για να αποκωδικοποιήσουν τη μορφή του DNA.
Ο Γουίλκινς, που σύμφωνα με αναφορές δεν είχε καλές σχέσεις με την Φράνκλιν, πήρε ένα αντίγραφο της “Φωτογραφίας 51” εν αγνοία της και χωρίς την άδειά της και το έδειξε στον Γουάτσον. Τον Απρίλιο του 1953, οι Γουάτσον, Γουίλκινς και Κρικ δημοσίευσαν τα ευρήματά τους στο περιοδικό Nature.
Συμπεριέλαβαν τη φωτογραφία της Φράνκλιν χωρίς να κάνουν ρητή αναφορά στη συμβολή της. Όχι μόνο παραγνώρισαν τη δουλειά της, που αποτέλεσε τη βάση για την οριστικοποίηση της θεωρίας της διπλής έλικας, αλλά και εκφράζονταν με σεξιστικά και απαξιωτικά σχόλια για την Φράνκλιν.
Στο βιβλίο “Διπλή Έλικα” του Γουάτσον, ο Αμερικανός επιστήμονας αποκαλεί την Φράνκλιν ως “Ρόζι” και σε μία παράγραφο αναφέρει:
“Αν και τα χαρακτηριστικά της ήταν έντονα, δεν ήταν απωθητική και θα μπορούσε να γίνει αρκετά εκθαμβωτική, αν είχε δείξει ένα μικρό ενδιαφέρον για τα ρούχα της. Όμως δεν το έκανε. Δεν υπήρχε ποτέ κραγιόν, για να κάνει αντίθεση με τα ίσια μαύρα μαλλιά της“.
Στο ίδιο τεύχος του Nature δημοσιεύτηκε ένα επιστημονικό άρθρο της Φράνκλιν, στο οποίο έγραφε χαρακτηριστικά: “Οι ιδέες μας (σχετικά με τη δομή του DNA) δεν είναι ασύμβατες με το μοντέλο που προτάθηκε από τους Γουάτσον και Κρικ στο άρθρο που προηγείται“.
Το 1962, οι τρεις άνδρες επιστήμονες κέρδισαν τη θέση τους στην ιστορία για μία εκ των σπουδαιότερων ανακαλύψεων της ιστορίας. Τους απονεμήθηκε το βραβείο Νόμπελ Ιατρικής “για τις ανακαλύψεις τους αναφορικά με τη μοριακή δομή των νουκλεϊκών οξέων και της σημασίας τους ως κέντρου μεταφοράς πληροφοριών σε ζωντανούς οργανισμούς“.
Η Ρόζαλιντ Φράνκλιν έφυγε από τη ζωή τέσσερα χρόνια πριν, σε ηλικία μόλις 38 ετών από καρκίνο των ωοθηκών. Σύμφωνα με τον κανονισμό, το βραβείο δεν απονέμεται μεταθανάτια. Ακόμη κι αν ζούσε, όμως, είναι μάλλον βέβαιο ότι δεν θα βραβευόταν.
Ο Άαρον Κλουγκ, συνάδελφος της Φράνκλιν και του Γουίλκινς, είχε περιγράψει την πρώτη ως άτομο “μη ανταγωνιστικό” που δεν είχε τα προσόντα προκειμένου να αντεπεξέλθει στις πιέσεις που δημιουργούνται στον απόηχο μιας σημαντικής ανακάλυψης. Όμως, παραδέχθηκε ότι “χωρίς αμφιβολία, αν δεν είχαν παρέμβει ο Κρικ και ο Γουάτσον, τη δομή του DNA θα την είχε ανακαλύψει η Φράνκλιν“.
Ο Στέφεν Φράνκλιν, ανιψιός της Αγγλίδας βιοχημικού, είχε αναφέρει:
“Είχα πάει για σκι και στο ίδιο σαλέ με εμένα έμενε ένας καθηγητής βιοχημείας. Ανέφερα ότι η θεία μου ήταν η Ρόζαλιντ Φράνκλιν. Ήταν εξαιρετικά εντυπωσιασμένος και μου είπε ότι η θεία μου “άξιζε το βραβείο Νόμπελ περισσότερο από ό,τι οι Κρικ, Γουάτσον και Γουΐλκινς μαζί” και “ήταν τραγικό που δεν μπορούσε να της δοθεί μετά θάνατον. Μια παρόμοια αντίδραση συνάντησα και από έναν λέκτορα βιοχημείας στη Νέα Ζηλανδία”“.
Λίζε Μάιτνερ (1878-1968)
Γεννημένη στη Βιέννη της Αυστρίας από Εβραίους γονείς, η Λίζε Μάιτνερ έμεινε στην ιστορία ως ο άνθρωπος που ανακάλυψε την πυρηνική σχάση, δηλαδή τη διάσπαση ενός ασταθούς πυρήνα σε δύο μικρότερους πυρήνες με σχεδόν ίσες μάζες. Η ανακάλυψή της έκανε τον Άλμπερτ Αϊνστάιν να την χαρακτηρίσει ως τη ” Γερμανίδα Μαρί Κιουρί”.
Επιπλέον, έθεσε τις βάσεις για τη δημιουργία της ατομικής βόμβας. Ωστόσο, η ίδια η Μάιτνερ αρνήθηκε να πάρει μέρος στο απόρρητο αγγλοαμερικανικό πρόγραμμα παραγωγής πυρηνικών όπλων που αναπτύχθηκε την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και έμεινε γνωστό με την κωδική ονομασία “Σχέδιο Μανχάταν”.
Αφού τελείωσε το διδακτορικό της στη φυσική στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης, η Μάιτνερ βρήκε δουλειά στο Ινστιτούτο Χημείας Kaiser Wilhelm του Βερολίνου, στο πλευρό του Γερμανού χημικού, Ότο Χαν, με το οποίο συνεργάστηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας της.
Βέβαια οι συνθήκες δεν ήταν ιδανικές για τη Μάιτνερ. Λόγω του φύλου της δεν λάμβανε χρήματα για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα και πραγματοποιούσε τα πειράματά της σε ένα υπόγειο αντί για το εργαστήριο. Ωστόσο, σύμφωνα με μαρτυρίες, υπήρξε για πολλά χρόνια φίλη με τον Χαν.
Αφότου οι Ναζί προσάρτησαν την Αυστρία, το Μάρτιο του 1938, η Μάιτνερ αναγκάστηκε να πάει στη Στοκχόλμη της Σουηδίας. Ο Χαν συνέχισε τα πειράματα στη Γερμανία, μαζί με το συνάδελφό του, Φριτς Στράσμαν και διατηρούσε κρυφή αλληλογραφία με τη Μάιτνερ.
Αν και ο Χαν πραγματοποίησε τα πειράματα που παρήγαγαν τις ενδείξεις που υποστήριζαν την ιδέα της πυρηνικής σχάσης, δεν μπορούσε να δώσει μια ολοκληρωμένη θεωρητική εξήγηση. Το “γόρδιο δεσμό” έλυσε η Μάιτνερ και ο ανιψιός της, Όττο Φρις.
Παρ’ όλ’ αυτά, η συνεισφορά της αγνοήθηκε πλήρως, διότι ο Χαν δημοσίευσε τα ευρήματά του χωρίς να συμπεριλάβει τη Μάιτνερ ως συν-συγγραφέα, πιθανόν και λόγω της κατάστασης που επικρατούσε στη ναζιστική Γερμανία.
Η παράλειψη αυτή κόστισε στην Αυστριακή φυσικό μία καλύτερη θέση στην ιστορία. Το 1944, ο Χαν ήταν ο μοναδικός που τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Χημείας για την ανακάλυψη της πυρηνικής σχάσης.
Παραδόξως, η λέξη “σχάση” δεν εμφανίστηκε ποτέ στην πρωτότυπη δημοσίευση του Χαν, καθώς η Μάιτνερ ήταν εκείνη που επινόησε τον όρο και διατυπώθηκε στην επιστολή που δημοσιεύτηκε αργότερα. Μία τιμητική πλάκα που αποκαλύφθηκε σε κτήριο του Ελεύθερου Πανεπιστημίου του Βερολίνου το 1956 δεν κάνει καμία μνεία στη Μάιτνερ.
Μεγάλο ρόλο στο να αποκλειστεί η Αυστριακή φυσικής από τη βράβευση έπαιξε η παραμονή της εκτός Γερμανίας, στην οποία δεν μπορούσε να επιστρέψει όσο διαρκούσε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Ωστόσο, ο παράγοντας του φύλου υπήρξε εξίσου, αν όχι περισσότερο, καθοριστικός.
Χαρακτηριστικό είναι πως ένας ερευνητής στην επιτροπή του Νόμπελ Φυσικής προσπάθησε επιμόνως να την παραγκωνίσει και να την αποκλείσει. Ωστόσο, όλοι γνώριζαν ότι χάρη σε εκείνη προχώρησαν τα πειράματα και θεμελιώθηκε η θεωρία.
Όπως αναφέρει η βιογράφος της Αυστριακής φυσικού, Ρουθ Λιούιν Σιμ, “οι συνάδελφοι της Μάιτνερ εκείνη την εποχή, συμπεριλαμβανομένου του Δανού φυσικού Νιλς Μπορ, ένιωθαν απόλυτα ότι έπαιξε ουσιαστικό ρόλο στην ανακάλυψη της πυρηνικής σχάσης“.
Σύμφωνα με την επίσημη ιστοσελίδα των βραβείων Νόμπελ, η Μάιτνερ προτάθηκε 49 φορές για Νόμπελ Φυσικής και Χημείας, αλλά δεν το πήρε ποτέ. Μολαταύτα, έγραψε εργασίες για την πυρηνική σχάση που διαβάστηκαν σε όλο τον κόσμο.
Απέσπασε διακρίσεις και βραβεία, συμπεριλαμβανομένου του βραβείου “Ενρίκο Φέρμι” της Αμερικανικής Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας το 1966, όταν ήταν 87 ετών. Το ίδιο βραβείο πήρε και ο Ότο Χαν και ο Φριτς Στράσμαν.
Μετά το τέλος του Β’ Π.Π., η Μάιτνερ δεν ξαναεπέστρεψε στη Γερμανία. Πέρασε το υπόλοιπο της ζωής της σε Σουηδία, ΗΠΑ και Αγγλία. Πέθανε με διαφορά τριών μηνών από τον Χαν.
Στον τάφο της χαράχτηκε η επιγραφή “Μία φυσικός που δεν έχασε ποτέ την ανθρωπιά της“. Το χημικό στοιχείο μαϊτνέριο (Mt) με ατομικό αριθμό 109 στον περιοδικό πίνακα, ονομάστηκε έτσι προς τιμήν της.
Έστερ Λέντερμπεργκ (1922-2006)
Η Αμερικανίδα μικροβιολόγος, Έστερ Λέντερμπεργκ, το γένος Ζίμερ, σπούδασε γενετική στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ. Το 1946, παντρεύτηκε τον μοριακό βιολόγο, Τζόσουα Λέντερμπεργκ και τα μετέπειτα χρόνια εργάστηκαν από κοινού πάνω στη μελέτη των βακτηρίων.
Το 1951, ενώ βρισκόταν στο Πανεπιστήμιο του Γουισκόνσιν, η Λέντερμπεργκ ανακάλυψε τον φάγο λάμδα, ένα νέο τύπο ιού που προσβάλλει βακτήρια όπως το Escherichia coli. Ο συγκεκριμένος ιός δεν σκότωνε αμέσως το βακτήριο-ξενιστή, αλλά κρυβόταν στο DNA του μέχρις ότου να το καταστρέψει.
Ακόμη, η Λέντερμπεργκ επινόησε ένα νέο τρόπο μελέτης των μεταλλάξεων στα βακτήρια, τη λεγόμενη αναπαραγωγή αποικιών. Η μέθοδός της αφενός συνεισέφερε στην ταχύτερη μελέτη των μεταλλάξεων των βακτηρίων σε σύγκριση με πριν κι αφετέρου επέτρεψε στην ερευνητική της ομάδα να κατανοήσει την αντοχή των βακτηρίων στα αντιβιοτικά.
Η Λέντερμπεργκ ήταν τόσο πρωτοπόρα για την εποχή της που η μέθοδός της χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα και ο μικροβιολόγος Στάνλεϊ Φάλκοου την χαρακτήρισε ως “ιδιοφυία στο εργαστήριο“.
Συνάδελφοί και φίλοι της, όπως ο ερευνητής Τζόναθαν Χάρντι, την περιέγραψαν ως άνθρωπο πνευματώδη, γοητευτικό και με ευρύτερα ενδιαφέροντα, που μπορούσε να κεντρίζει το ενδιαφέρον του ακροατηρίου της και ήθελε να τη θυμούνται περισσότερο για την επιστήμη που υπηρετούσε.
Ωστόσο, η σταδιοδρομία της δεν ήταν ρόδινη. Αντιμετώπισε συχνά το σκεπτικισμό των συναδέλφων της και, σύμφωνα με αναφορές, ο ίδιος ο σύζυγός της δεν της επέτρεψε να διεξαγάγει πρόσθετα πειράματα πάνω στις ανακαλύψεις της.
“Έπρεπε να αγωνιστεί μόνο και μόνο για να διοριστεί ως αναπληρώτρια καθηγήτρια, ενώ σίγουρα θα έπρεπε να της είχε απονεμηθεί ο τίτλος της καθηγήτριας. Δεν ήταν η μόνη. Εκείνες τις μέρες οι γυναίκες αντιμετώπιζαν άσχημα στον ακαδημαϊκό χώρο“, σύμφωνα με τον Φάλκοου.
Όπως η Φράνκλιν και η Μάιτνερ, έτσι κι η Λέντερμπεργκ στερήθηκε το δικαίωμα να λάβει την ύψιστη τιμή του βραβείου Νόμπελ Ιατρικής. Το 1958, ο σύζυγός της, Τζόσουα Λέντερμπεργκ ήταν εκείνος που απέσπασε το βραβείο, μαζί με τους γενετιστές Τζορτζ Γουέλς Μπιντλ και Έντουαρντ Λόρι Τέιτουμ.
Στην ομιλία του, ο Λέντερμπεργκ δεν αναφέρθηκε στην καθοριστική συμβολή της συζύγου του ούτε την ευχαρίστησε γι’αυτό, αν και η τελευταία έδωσε το “παρών” στην τελετή. Μόλις δύο χρόνια νωρίτερα, το ζεύγος Λέντερμπεργκ είχε τιμηθεί με το βραβείο Παστέρ.
Όσον αφορά το Νόμπελ, όμως, όλοι οι επιστήμονες και μελετητές συμφωνούν ότι ο Λέντερμπεργκ όφειλε αναμφισβήτητα το βραβείο στη γυναίκα του, με την οποία χώρισε το 1966.
Ο δεύτερος σύζυγος της Λέντερμπεργκ, Μάθιου Σάιμον υπήρξε πολύ πιο υποστηρικτικός μαζί της και αφιέρωσε μεγάλο μέρος του χρόνου του, για να συλλέξει αρχειακό υλικό και να δημιουργήσει μια ιστοσελίδα φόρο τιμής στην παραγνωρισμένη Αμερικανίδα μικροβιολόγο.
Τζόσελιν Μπελ Μπέρνελ (1943)
Η Ιρλανδή αστροφυσικός, Τζόσελιν Μπελ Μπέρνελ πιστώνεται την ανακάλυψη των πάλσαρ, δηλαδή των ταχύτατα περιστρεφόμενων αστέρων νετρονίων, οι οποίοι αποτελούν το αστρικό υπόλειμμα της κατακλυσμιαίας έκρηξης ενός υπερκαινοφανούς αστέρα, γνωστού και ως σουπερνόβα.
Πραγματοποίησε την παραπάνω ανακάλυψη το 1967, όταν έκανε το διδακτορικό της στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ. Αν και ήταν η πρώτη που παρατήρησε τα ραδιοκύματα των πάλσαρ, η Μπέρνελ δεν κέρδισε το Νόμπελ Φυσικής το 1974.
Αυτοί που πήραν τη δόξα ήταν ο καθηγητής και επιβλέπων την εκπόνηση της διδακτορικής διατριβής της, Άντονι Χιούις και ο αστρονόμος Μάρτιν Ράυλ. Ήταν η πρώτη φορά που αστροφυσικοί τιμήθηκαν με το συγκεκριμένο βραβείο.
Η απουσία της Μπέρνελ από την τελετή απονομής προκάλεσε τις έντονες αντιδράσεις πολλών επιστημόνων και της κοινής γνώμης και θεωρείται, μέχρι σήμερα, ως μία μεγάλη αδικία στην ιστορία της επιτροπής. Οι περισσότεροι δεν ήταν έτοιμοι να δεχθούν ότι μια σημαντική ανακάλυψη στην αστροφυσική θα μπορούσε να είχε προέλθει από μια νεαρή γυναίκα
Η ίδια η Μπέρνελ είχε δηλώσει ότι “οι νεότεροί της ήταν περισσότεροι στενοχωρημένοι απ’ όσο εγώ“. Είχε περιγράψει επίσης την κατάσταση που ίσχυε εκείνη την περίοδο ως εξής:
“Η εικόνα που είχαν οι άνθρωποι την εποχή του τρόπου με τον οποίο γινόταν η επιστήμη ήταν ότι υπήρχε ένας ανώτερος άνδρας – και ήταν πάντα ένας άνδρας – που είχε από κάτω του ένα σωρό υποτακτικούς και κατώτερο προσωπικό, που δεν περίμενε κανείς να σκέφτονται παρά μόνο να κάνουν ό,τι εκείνος έλεγε“.
Η Μπελ Μπερνέλ διετέλεσε πρόεδρος της Βασιλικής Αστρονομικής Εταιρείας, πρόεδρος του Ινστιτούτου Φυσικής του Λονδίνου και αργότερα εξελέγη πρόεδρος της Βασιλικής Εταιρείας του Εδιμβούργου.
Το 2018, αποφάσισε να δωρίσει το ποσό των τριών εκατομμυρίων δολαρίων που κέρδισε χάρη στο Βραβείο Φυσικής Breakthrough, προκειμένου να υποστηρίξει γυναίκες και πρόσφυγες που επιθυμούν να γίνουν φυσικοί και ερευνητές.
Τζιν Πέρντι (1945-1985)
Η Τζιν Πέρντι υπήρξε Αγγλίδα νοσοκόμα και εμβρυολόγος που διαδραμάτισε αποφασιστικό ρόλο στην ανάπτυξη της μεθόδου της εξωσωματικής γονιμοποίησης (IVF).
Ως “πατέρες της εξωσωματικής” αναφέρονται ο Άγγλος γυναικολόγος και μαιευτήρας, Πάτρικ Στέπτοου και ο Άγγλος ιατρικός ερευνητής, Ρόμπερτ Έντουαρντς.
Ωστόσο, χωρίς τη συμβολή της Πέρντι, δεν θα είχαν καταφέρει να δώσουν ελπίδα και χαρά σε εκατομμύρια ζευγάρια που αντιμετώπιζαν προβλήματα τεκνοποίησης.
Η Αγγλίδα νοσοκόμα ήταν ο πρώτος άνθρωπος που αντιλήφθηκε και περιέγραψε τη δημιουργία πρώιμης ανθρώπινης βλαστοκύστης.
Η Πέρντι ήταν, επίσης, η πρώτη που είδε τα εμβρυϊκά κύτταρα της Λουίζ Μπράουν, του πρώτου παιδιού που γεννήθηκε με τη μέθοδο IVF, να διαιρούνται.
Στα 23 της χρόνια, η Πέρντι έγινε υπεύθυνη του εργαστηρίου όπου γίνονταν οι πρώτες δοκιμές. Ο ρόλος της ήταν τόσο σημαντικός, ώστε, όταν δεν μπορούσε να ταξιδέψει από το Κέιμπριτζ όπου ζούσε στο Όλνταμ, επειδή φρόντιζε την άρρωστη μητέρα της, σταματούσαν όλες οι εργασίες.
“Η δουλειά της Τζιν ήταν κρίσιμη. Δεν ήμασταν πια ο Πάτρικ κι εγώ. Είχαμε γίνει τριάδα“, είχε αναφέρει ο Έντουαρντς, που επέμενε να γίνεται αναφορά στο όνομά της ως πρωτοπόρου της εξωσωματικής γονιμοποίησης. Ωστόσο, η βρετανική κοινή γνώμη μνημόνευε εκείνον και τον Στέπτοου.
Η Πέρντι συνέγραψε μαζί με τον Έντουαρντς 26 ακαδημαϊκές δημοσιεύσεις μέσα σε διάστημα 25 ετών. Πέθανε σε ηλικία μόλις 39 ετών από καρκίνο και η αναγνώριση της προσφοράς της στην επιστήμη ήρθε μόλις τη δεκαετία του 2010.
Η Πέρντι και ο Στέπτοου, που πέθανε το Μάρτιο του 1988, δεν βραβεύτηκαν ποτέ με Νόμπελ Ιατρικής για την σπουδαία δουλειά τους. Ο Έντουαρντς το κέρδισε το 2010 και πέθανε τρία χρόνια μετά.
Μπορείτε να διαβάσετε αναλυτικά για την Τζιν Πέρντι και τα πρώτα παιδιά που γεννήθηκαν με την εξωσωματική γονιμοποίηση στον παρακάτω σύνδεσμο:
Άλλες παραγνωρισμένες γυναίκες επιστημόνισσες
Εκτός από τις παραπάνω γυναίκες, πολλές ακόμη ήταν εκείνες που υπέστησαν διακρίσεις λόγω του φύλου τους και δεν αναγνωρίστηκαν στην εποχή τους. Μερικά ενδεικτικά ονόματα είναι:
- της Νέτι Στίβενς (1861-1912), της Αμερικανίδας γενετίστριας που απέδειξε ότι το φύλο ενός ανθρώπου καθορίζεται από τα χρωμοσώματα X και Y κι όχι από περιβαλλοντικούς ή άλλους εξωγενείς παράγοντες, όπως πιστευόταν μέχρι τότε. Όμως, η προσφορά της έγινε αντιληπτή πολλά χρόνια μετά το θάνατό της. Όπως έχει γραφτεί περιπαικτικά αλλά εύστοχα, “η Στίβενς ανακάλυψε τα φυλετικά χρωμοσώματα XY, αλλά δεν πήρε τα εύσημα, επειδή είχε δύο χρωμοσώματα Χ“.
- της Μαίρης Άνινγκ (1799-1847), της Αγγλίδας παλαιοντολόγου και συλλέκτριας απολιθωμάτων, η οποία, όταν ήταν μόλις 12 ετών, ανακάλυψε μαζί με τον αδερφό της το σκελετό του εξαφανισμένου είδους του ιχθυόσαυρου. Δεν της επετράπη ποτέ να δημοσιεύσει τα ευρήματά της σε επιστημονικό περιοδικό, διότι ήταν γυναίκα και ερευνητές χρησιμοποίησαν τις ανακαλύψεις της στις εργασίες τους χωρίς να αναφέρουν το όνομά της.
- της Μαριέττας Μπλάου (1894-1970), της Αυστροεβραίας πρωτοπόρου του κλάδου της σωματιδιακής φυσικής που, καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής της, αντιμετώπισε διακρίσεις λόγω της καταγωγής της και του φύλου της. Βραβεύτηκε από την Αυστριακή Ακαδημία Επιστημών και, παρότι προτάθηκε πέντε φορές για βραβείο Νόμπελ Φυσικής, ποτέ δεν το κέρδισε. Το 1950, ο Βρετανός συνάδελφός της, Σέσιλ Φρανκ Πάουελ κέρδισε το βραβείο στηριζόμενος στη φωτογραφική μέθοδο ανίχνευσης πυρηνικών σωματιδίων που η Μπλάου είχε πρώτη εφεύρει.
Πηγή εικόνων κεντρικής φωτογραφίας: Wikipedia
Ειδήσεις σήμερα:
- Δύο ορφανές τίγρεις της Σιβηρίας επανενώθηκαν μετά από ταξίδι 200 χλμ. στα ρωσικά δάση. Η ιστορία του Μπόρις και της Σβετλάγια
- Μαθητής Γυμνασίου στη Λάρισα πήγε στο σχολείο με πιστόλι. Συνελήφθη μαζί με τον πατέρα του στον οποίο ανήκει
- Πρόστιμα συνολικού ύψους 5,5 εκατ. ευρώ σε 8 πολυεθνικές στο πλαίσιο ελέγχου. Πάνω από 190 παραβάσεις
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr