Το ξέσπασμα της επανάστασης του 1821 βρήκε τους Ψαριανούς καραβοκύρηδες και ναύτες έτοιμους να πολεμήσουν με όλες τους τις δυνάμεις για την απελευθέρωση.
Οι Ψαριανοί ξεκίνησαν την επανάσταση στο νησί τους στις 10 Απριλίου 1821, όταν έφτασε στα Ψαρά από τις Σπέτσες με το πλοίο του ο πλοίαρχος Γκίκας Τσούπας. Στις 20 Απριλίου Ψαριανοί με τα πλοία τους κατευθύνθηκαν στη Σμύρνη όπου βύθισαν ένα τουρκικό πλοίο και συνέλαβαν άλλα τέσσερα.
Το επόμενο διάστημα ψαριανά πλοία συμμετείχαν σε επιχειρήσεις στο Θερμαϊκό κόλπο και στο κόλπο του Κουσάντασι, στις οποίες κατέστρεψαν και κατέλαβαν τουρκικά πλοία.
Ακολούθησε κοινή εκστρατεία με πλοία της Ύδρας και των Σπετσών στη Χίο και η αποστολή τεσσάρων ψαριανών πλοίων στην Ίμβρο τον Μάιο του 1821. Στα τέλη Μαΐου ο ελληνικός στόλος, στον οποίο μετείχαν και ψαριανά πλοία, εκδίωξε τον οθωμανικό στόλο έξω από τις ακτές της Λέσβου. Στις 20 Φεβρουαρίου 1822 ο ελληνικός στόλος με ναυάρχους, τον Ανδρέα Μιαούλη (Ύδρα), Γκίκα Τσούπα (Σπέτσες) και Νικόλαο Αποστόλη (Ψαρά) αντιμετώπισε τα εχθρικά πλοία στο Πατραϊκό κόλπο.
Τη νύχτα της 6ης προς 7ης Ιουνίου 1822 ο Ψαριανός Κωνσταντίνος Κανάρης ανατίναξε τη τουρκική ναυαρχίδα στα παράλια της Χίου. Ο Κανάρης ανατίναξε τη ναυαρχίδα του τουρκικού στόλου και μερικούς μήνες αργότερα, την 28 προς 29η Οκτωβρίου στη Τένεδο. Τον Ιούνιο του 1823 με απόφαση της «Βουλής των Ψαρών» έγινε εκστρατεία και καταλήφθηκε το Τσανταρλί στη Μικρά Ασία.
Οι πυρπολητές Κανάρης, Παπανικολής, Βουρέκας και άλλοι, είχαν σπείρει τον πανικό στις οθωμανικές αρμάδες, οι οποίες τρέπονταν σε φυγή για να γλιτώσουν. Ο σουλτάνος εξοργίστηκε με τους Ψαριανούς και ανέθεσε στο ναύαρχο Χοσρέφ πασά την καταστροφή του νησιού με 250 καράβια.
Η προετοιμασία για την πολεμική αναμέτρηση
Ο τουρκικός στόλος αγκυροβόλησε στη Λέσβο και αποβίβασε στρατό για να καταλάβει το νησί. Οι Ψαριανοί έμαθαν τα μαντάτα. Έσπευσαν να ζητήσουν βοήθεια από την κυβέρνηση για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν το τουρκικό στράτευμα.
Ωστόσο, η κυβέρνηση δεν ανταποκρίθηκε στο αίτημά τους. Αποφάσισαν να αντισταθούν μόνοι εναντίον των Τούρκων από στεριά και από θάλασσα. Στα Ψαρά τότε βρίσκονταν 7.000 ντόπιοι και 25.000 πρόσφυγες από τη Χίο, τη Μικρά Ασία και αλλού.
Οι στρατιωτικές δυνάμεις έφταναν τις 3.000. Οι 1.300 ήταν Ψαριανοί, 700 ήταν πάροικοι και 1.027 ήταν Μακεδόνες και Θεσσαλοί που είχαν πάει για να ενισχύσουν την άμυνα του νησιού. Οι Ψαριανοί είχαν κάνει οχυρώσεις στις ακτές τις οποίες πίστευαν ότι θα χρησιμοποιούσαν οι Τούρκοι για να αποβιβασθούν. Για το λόγο αυτό μετέφεραν τα κανόνια από τα πλοία τους και τα τοποθέτησαν στις τάπιες, δηλαδή στα οχυρώματα γύρω από το νησί.
Επιπλέον αφαίρεσαν τα πηδάλια των πλοίων τους, για να εμποδίσουν όσους τυχόν θα ήθελαν να φύγουν.
Στις 18 Ιουνίου οι Ψαριανοί αρνήθηκαν την πρόταση του ναύαρχου Χοσρέφ, που τους μετέφερε ο πλοίαρχος ενός γαλλικού πολεμικού, να εγκαταλείψουν το νησί και να εγκατασταθούν αλλού. «Θα χυθεί και τουρκικό αίμα», ήταν η απάντηση των κατοίκων.
Δυο μέρες αργότερα ο τουρκικός στόλος προσέγγισε τα Ψαρά από το Σιγρί, της Λέσβου, και τα τουρκικά πλοία άρχισαν να πλήττουν με τα κανόνια τους τα πυροβολεία των Ψαριανών στον όρμο Κάναλο, στα βόρεια του νησιού. Οθωμανικός στόλος κινήθηκε με 10.000 στρατό, εκ των οποίων 3.000 Αλβανοί.
Στη συνέχεια τα τουρκικά στρατεύματα προσπάθησαν ανεπιτυχώς να αποβιβαστούν. Η προσπάθεια απόβασης επαναλήφθηκε τα ξημερώματα της 21ης Ιουνίου αλλά χωρίς επιτυχία.
Η κερκόπορτα του νησιού
Οι Οθωμανοί εντόπισαν το αδύνατο σημείο των Ψαρών στην βραχώδη ακτή «Ερινός». Η περιοχή είχε ολιγάριθμη ελληνική φρουρά χωρίς πυροβολικό. Λόγω της απότομης πλαγιάς, ήταν το μοναδικό σημείο που είχε μείνει αφύλακτο.
Ο ναύαρχος προχώρησε στο σχέδιο και χώρισε το στράτευμα. Ένα τμήμα του έκανε απόβαση στον «Ερινό», ενώ ο κύριος όγκος του στρατιωτικού σώματος στράφηκε προς τον Κάναλο. Οι αμυνόμενοι βρέθηκαν ανάμεσα σε δυο πυρά και μετά από πολύωρη μάχη οι Τούρκοι επικράτησαν και άρχισε η απόβαση επιπλέον στρατιωτών στο νησί.
Η μάχη στο Φτελιό
Ο στρατός στη συνέχεια κινήθηκε προς το νότιο μέρος του νησιού, στη Χώρα. Όταν έφτασαν στο Φτελιό, στις δυτικές ακτές των Ψαρών, περίπου στο μέσο του νησιού, διαπίστωσαν ότι οι Έλληνες είχαν στραμμένα τα κανόνια τους προς τη θάλασσα απ’ όπου περίμεναν απόβαση εχθρικών στρατευμάτων.
Οι Τούρκοι έκαναν έφοδο. Ωστόσο, την ώρα που πολεμούσαν σώμα με σώμα με τους Ψαριανούς, τινάχθηκαν όλοι μαζί στον αέρα, όταν οι υπερασπιστές του Φτελιού έβαλαν φωτιά στην μπαρουταποθήκη του οχυρού τους.
Οι επιζήσαντες Τούρκοι πήραν το δρόμο για την πόλη. Οι ηλικιωμένοι και ανήμποροι Ψαριανοί κλείστηκαν στις δύο εκκλησίες του Αγίου Νικολάου και της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος για να προστατευτούν από το μένος του εχθρού. Οι Τούρκοι τις πυρπόλησαν και τους έκαψαν ζωντανούς.
Άμυνα μέχρις εσχάτων
Ο πρόξενος της Ρωσίας στα Ψαρά, Γ. Κομνηνός, συγκέντρωσε στο σπίτι του αρκετά γυναικόπαιδα και ύψωσε τη ρωσική σημαία προκειμένου να αποτρέψει τους Τούρκους να μπουν. Τελικά έγινε σφαγή και ο ίδιος σκοτώθηκε.
Πολλοί άμαχοι προσπάθησαν να διαφύγουν με βάρκες, όμως αρκετές από αυτές λόγω του βάρους ανατράπηκαν με αποτέλεσμα οι επιβαίνοντες να πνιγούν. Γυναίκες με τα παιδιά τους στην αγκαλιά έπεσαν στη θάλασσα και πνίγηκαν για να μη τις πιάσουν αιχμάλωτες. Άλλες πήραν τα όπλα και πολέμησαν μέχρι τέλους ενώ αρκετές κατέφυγαν στο λόφο του Παλαιόκαστρου, όπου υπήρχαν πυροβολεία και Έλληνες στρατιώτες.
Η ανατίναξη του Παλαιοκάστρου στη Μαύρη Ράχη
Το Παλαιόκαστρο ήταν ακόμη απόρθητο, αλλά οι αγωνιστές γνώριζαν πως το τέλος βρισκόταν κοντά. Οι Έλληνες είχαν χτίσει φρούριο με τείχος πέντε μέτρων γύρω από δύο εκκλησίες, ενώ είχαν κατασκευάσει και δύο πυριτιδαποθήκες.
Τα τουρκικά πλοία άρχισαν να πλήττουν το φρούριο με τα κανόνια τους αλλά οι αμυνόμενοι κατάφεραν να κατεβάσουν από το φρούριο όσα γυναικόπαιδα πρόλαβαν και τα επιβίβασαν σε ελληνικό πλοιάριο.
Μέσα στο φρούριο έμειναν 85 Ψαριανοί και 45 Θεσσαλο- Μακεδόνες με τους οπλαρχηγούς τους Ράδο και Άγγελο, ενώ αργότερα έφτασαν και άλλοι 20 στρατιώτες από άλλα μέρη καθώς και άγνωστος αριθμός γυναικών και παιδιών.
Οι οπλαρχηγοί αποφάσισαν να πολεμήσουν μέχρι τέλους ενώ τα γυναικόπαιδα μεταφέρθηκαν στη μεγάλη πυριτιδαποθήκη. Το απόγευμα της 22ας Ιουνίου, όταν οι Τούρκοι στρατιώτες κατέλαβαν το φρούριο, ο Αντώνιος Βρατσάνος την ανατίναξε. Όταν είδε από το παράθυρο τους πρώτους Τούρκους να πλησιάζουν, να αρπάζουν από τα μαλλιά τις γυναίκες και να τις σέρνουν στο έδαφος, έβγαλε την πιστόλα του, έβαλε την κάννη στο μπαρούτι και τράβηξε τη σκανδάλη.
Τη δεύτερη πυριτιδαποθήκη ανατίναξε ο αρχιφύλακας του κανονιοστασίου Σιδέρης. Το Παλαιόκαστρο ανατινάχτηκε και κάτω από τα συντρίμμια του θάφτηκαν εκτός από τους Ψαριανούς και πολλοί Τούρκοι.
Από τους 7.000 Ψαριανούς κατάφεραν να γλυτώσουν από τις σφαγές περίπου 3.600 ενώ από τους 25.000 πρόσφυγες που είχαν βρει καταφύγιο στο νησί γλύτωσαν οι 10.000.
Ο ναύαρχος Χοσρέφ έστειλε δώρο στο Σουλτάνο τα κεφάλια πολλών Ελλήνων καθώς και 1.200 κομμένα αυτιά και τις σημαίες του νησιού. Αφού άφησε στα Ψαρά μερικά πλοία και 600 Αλβανούς πήγε στη Μυτιλήνη για να γιορτάσει το Μπαϊράμι.
Οι επιζήσαντες πήραν ξανά το δρόμο της προσφυγιάς και κατέφυγαν σε νησιά του Αιγαίου. Την εικόνα της ολοκληρωτικής καταστροφής των Ψαρών δίνει και ο Διονύσιος Σολωμός στο περίφημο επίγραμμά του:
Στων Ψαρών την ολόμαυρη ράχη
περπατώντας η Δόξα μονάχη
μελετά τα λαμπρά παλληκάρια
και στην κόμη στεφάνι φορεί
γινωμένο από λίγα χορτάρια
που’ χαν μείνει στην έρημη γη
Οι διασωθέντες Ψαριανοί κατευθύνθηκαν αρχικά σε διάφορα νησιά του Αιγαίου. Οι περισσότεροι κατέφυγαν στις Σπέτσες και εκεί προχώρησαν στη σύσταση ενός πενταμελούς οργάνου, της Επιτροπής των Ψαριανών. Ζήτησαν βοήθεια για να μπορέσουν να επιβιώσουν και η ελληνική κυβέρνηση τους έστειλε 1.000 κιλά σιτάρι. Σύντομα οι Ψαριανοί εγκατέλειψαν τις Σπέτσες καθώς δεν τους επετράπη να εγκατασταθούν μόνιμα εκεί.
Τον Ιούλιο του 1824 εγκαταστάθηκαν προσωρινά στο φρούριο της Μονεμβασιάς με άδεια της ελληνικής κυβέρνησης και τα πλοία τους ενώθηκαν με τον ελληνικό στόλο. Σύντομα στη Μονεμβασιά έπεσε θανατηφόρα ασθένεια και οι Ψαριανοί εγκατέλειψαν αναζήτησαν καταφύγιο στη Σύρο, τη Τήνο και τη Μύκονο. Στη Σύρο εγκαταστάθηκαν σε μια συνοικία που ονομάστηκε Ψαριανά, όπου δημιούργησαν εργαστήρια επισκευής πλοίων.
Το Δεκέμβριο του 1824 πολλοί Ψαριανοί επιχείρησαν να εγκατασταθούν στον Πειραιά, αλλά επειδή δεν ήταν ευπρόσδεκτοι, στράφηκαν προς τη πειρατεία. Η κίνηση αυτή εξόργισε τον διοικητή της αγγλικής πολεμικής μοίρας στο Αιγαίο και η Επιτροπή των Ψαρών αναγκάστηκε να καταστρέψει τα ψαριανά πειρατικά στο λιμάνι της Αίγινας.
Το 1826 οι Ψαριανοί απευθύνθηκαν με υπόμνημα στο βασιλιά της Γαλλίας Κάρολο Ι’ και ζήτησαν να τους παραχωρηθεί λιμάνι και ανάλογη έκταση στη Κορσική για να εγκατασταθούν. Το 1827 ζήτησαν από την ελληνική κυβέρνηση να εγκατασταθούν στην Εύβοια, όταν θα απελευθερωνόταν. Τέσσερα χρόνια αργότερα ζήτησαν να εγκατασταθούν στην Ερέτρια αίτημα που έγινε δεκτό. Τελικά οι Ψαριανοί εποίκισαν το 1847 την Ερέτρια που ονομάστηκε Νέα Ψαρά.
Τον Δεκέμβριο του 2018 το Ελληνικό Κοινοβούλιο αναγνωρίζοντας τη συμβολή των Ψαρών στην Ελληνική Ιστορία ψήφισε τη μετονομασία του Δήμου Ψαρών σε Δήμο Ηρωϊκής Νήσου Ψαρών.
Δείτε την εντυπωσιακή καταγραφή του νησιού από τον συνεργάτη μας Κωνσταντίνο Αναγνώστου (Chiosphotos.gr):
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Ειδήσεις σήμερα:
- Κιβωτός του Κόσμου. «Όχι» από ΣτΕ στην επιστροφή της διοίκησης στην οικογένεια του πατέρα Αντώνιου
- Βρετανία. Η στέψη του βασιλιά Καρόλου κόστισε 72 εκατομμύρια λίρες. «Φθηνότερη» από την κηδεία της μητέρας του Ελισάβετ
- Πώς θα είναι ο καιρός τα Χριστούγεννα. Τι λένε 8 μετεωρολογικά κέντρα
- Κυνηγός χτύπησε και εγκατέλειψε γεράκι στην Εύβοια
Ακολουθήστε τη mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ