Καταπέλτης ήταν η εισαγγελέας της έδρας για τους δύο νεαρούς άντρες που κατηγορούνται για τη δολοφονία και τον ομαδικό βιασμό της Ελένης Τοπαλούδη.
«Υπήρξε σχεδιασμός και εκτέλεση της πράξης τους από κοινού με δόλο», είπε η εισαγγελέας και ζήτησε να κηρυχθούν ένοχοι τους για τις πράξεις που τους βαραίνουν, όπως ακριβώς και στο πρωτόδικο δικαστήριο.
Οι δύο κατηγορούμενοι, σε πρώτο βαθμό έχουν καταδικαστεί σε ισόβια για την ανθρωποκτονία συν 15 έτη για τον ομαδικό βιασμό.
Η εισαγγελική λειτουργός στην αγόρευσή της εξιστόρησε τα γεγονότα της μοιραίας βραδιάς, όπως αναδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία.
«Μεταξύ 12:30-01:00 δεν είχε συμβεί κάτι. Στις 01:07 η Ελένη έστειλε ένα μήνυμα σε φίλη της που έγραφε «πάρε με σε μία ώρα».
Γιατί το έκανε; Δεν περνούσε καλά, είχα αρχίσει να αντιλαμβάνεται ότι τα πράγματα έχουν πάρει άλλη τροπή».
Η εισαγγελέας ανέλυσε τα στοιχεία που δείχνουν ότι η κοπέλα εξαναγκάστηκε σε συνουσία και με τους δύο κατηγορούμενους.
«Πράγματι με την άσκηση βίας την εξανάγκασαν σε συνουσία. Πώς αποδεικνύεται ο εξαναγκασμός; Από τα χτυπήματα και της γραμμές-χαρακιές στο σώμα, όπως περιέγραψαν οι ιατροδικαστές. Δεν σταμάτησαν και εκείνη αρνείται και τόλμησε να τους πει ότι θα τους καταγγείλει στην αστυνομία.
Οι κακώσεις έγιναν εν ζωή. Η μη ύπαρξη κακώσεων στα γεννητικά όργανα δεν προβληματίζει αφού έμεινε για αρκετή ώρα στο νερό».
Οι δύο κατηγορούμενοι στη συνέχεια, όπως τόνισε η εισαγγελέας, έβαλαν σε εφαρμογή το σχέδιο να σκοτώσουν την κοπέλα, για να μην τους καταγγείλει.
«Σε πλήρη νηφαλιότητα αποφάσισαν να την εξοντώσουν. Πήραν το ηλεκτρικό σίδερο, τη χτύπησαν με αλλεπάλληλα χτυπήματα.
Τη μετέφεραν στο μπάνιο, η κοπέλα αιμορραγούσε. Υπήρχαν αίματα παντού. Όταν είδαν σε πόσο κρίσιμη κατάσταση ήταν,
την έβαλαν στο αυτοκίνητο. Η κοπέλα από θαύμα ζούσε ακόμα.
Αντί να μετανιώσουν και να προσπαθήσουν να τη βοηθήσουν, γύρω στις 4 το πρωί πήγαν με το αυτοκίνητο στην απόμερη παραλία. Ο Ροδίτης οδηγούσε. Την πήγαν στο πλάτωμα και την έριξαν ζωντανή στη θάλασσα από κοινού για να εξαφανιστεί.»
Η εισαγγελέας εμφανίστηκε βέβαιη ότι από κοινού και οι δύο νεαροί έριξαν από το γκρεμό την Ελένη Τοπαλούδη.
«Ήταν ψηλή και γεροδεμένη, σε ημικωματώδη κατάσταση, το σώμα βαραίνει σε αυτές της περιπτώσεις. Δεν είχε ίχνη συρσίματος, δεν μπορούσε να την κουβαλήσει ένας, συνεργάστηκαν και οι δύο. Κατόπιν γύρισαν στο σπίτι, καθάρισαν το σπίτι, το αυτοκίνητο που είχε γεμίσει αίματα, μάζεψαν τα ρούχα και μέσα σε 40-45 λεπτά πήγαν ξανά στο ίδιο σημείο και τα πέταξαν στη θάλασσα.
Για κακή τους τύχη δεν έπεσαν όλα στη θάλασσα και εντοπίστηκαν από τους λιμενικούς.
Είχαν την ψυχραιμία και τα μάζεψαν όλα, ρούχα, τσάντα, καπνοσακούλες, προφυλακτικά, πετσέτες. Στη συνέχεια γύρισαν σπίτι και κοιμήθηκαν σαν να μην συνέβη τίποτα. Η σορός εντοπίστηκε το πρωί της 28ης Νοεμβρίου.
Ο θάνατος επήλθε από πνιγμό. Πρέπει να έζησε ελάχιστα μέσα στο νερό. Είχε υποστεί σοβαρότατη εγκεφαλική αιμορραγία. Ο θάνατος θα επερχόταν έτσι κι αλλιώς λόγω του χτυπήματος.»
Η εισαγγελέας στάθηκε ιδιαίτερα στον ισχυρισμό των κατηγορουμένων ότι είχε υπάρξει συναίνεση από την πλευρά της φοιτήτριας στο να συνευρεθεί και με τους δύο κατηγορούμενους.
«Οι κατηγορούμενοι μετ’επιτάσεως είπαν ότι υπήρξε συναίνεση. Η απάντηση είναι απλή και κατηγορηματική.
Η θανούσα δεν είχε συναινέσει, κάτι το οποίο προκύπτει, πλέον άλλων στοιχείων και από το γεγονός ότι τα ρούχα της βρέθηκαν σκισμένα στοιχείο που αποδεικνύει ότι ασκήθηκε βία. Αν η Ελένη είχε συναινέσει σε όλα αυτό το σκηνικό θα ήταν ακόμη ζωντανή. Θα είχαν τελειώσει όλα ήρεμα και ωραία.
Οι κατηγορούμενοι ήταν προετοιμασμένοι για όλο αυτό εκείνο το βράδυ δεν ήταν άλλωστε η πρώτη φορά που έκαναν κάτι τέτοιο. Είχαν προετοιμαστεί όλο το απόγευμα για αυτό και μόλις είδαν ότι η ότι η Ελένη αντέδρασε άσκησαν βία.
Η στάση τους μετά τη τέλεση του εγκλήματος μαρτυρά σχεδιασμό, εκτέλεση από κοινού και δόλο».
Η ανθρωποκτονία τελέστηκε και από τους δυο προκειμένου να σωπάσει η κοπέλα. Αν κάποιος δεν ήθελε, θα καλούσε σε βοήθεια. Η γιαγιά και ο παππούς του ενός ήταν στο ισόγειο. Όλες οι μετέπειτα ενέργειες τους αποδεικνύουν ότι έγιναν όλα από κοινού».
Σχετικά με τον ισχυρισμό για άρση του καταλογισμού του εγκλήματος στον Ροδίτη κατηγορουμένο η εισαγγελέας ανέφερε: «Δεν προέκυψε από την ακροαματική διαδικασία ότι οι κατηγορούμενοι δεν αντιλήφθηκαν τις πράξεις τους ή είχαν μειωμένη ικανότητα αντίληψης. Ο ψυχίατρος που εξέτασε τους κατηγορουμένους αμέσως μετά τη σύλληψη, δεν διαπίστωσε ψυχοπαθολογίες που θα μπορούσαν να τους επηρεάσουν».
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr