Ο Αλέκος Φασιανός γεννήθηκε το 1935 στην Αθήνα. Σπούδασε στην ανώτατη σχολή Καλών Τεχνών με δάσκαλο τον Γιάννη Μώραλη και κατόπιν με υποτροφία της γαλλικής κυβέρνησης στο Παρίσι.
Ο σπουδαίος ζωγράφος έφυγε από τη ζώη στις 17 Ιανουαρίου 2022, στα 87 του χρόνια.
Σήμερα τα έργα του βρίσκονται σε πολλά μουσεία και πινακοθήκες σε όλο τον κόσμο.
Τι είχε πει ο Αλέκος Φασιανός για τα μαθητικά του χρόνια
«Πριν πάω στο σχολείο, δηλαδή ένα χρόνο πριν από το 1940, είχα έναν κουμπαρά μεταλλικό, όχι κεραμικό που σπάει.
Οι γονείς μου και άλλοι συγγενείς μου έδιναν χρήματα, κέρματα ιδίως και μερικές φορές χαρτονομίσματα.
Τα συγκέντρωνα στο σιδερένιο αυτό κουτί, γιατί από μικρός ήμουν οικονόμος για να αγοράζω χρώματα και πινέλα.
Φανταζόμουν τον εαυτό μου ήδη ζωγράφο.
Το είχα βάλει πείσμα. Δεν ζωγράφιζα ακόμη, αλλά μου άρεσαν οι εικονίτσες από χαρτί που είχε ο παππούς μου ο παπάς, καθώς και οι εικόνες που έβλεπα στην εκκλησία των Αγίων Αποστόλων, στην αρχαία αγορά, όπου ιερουργούσε.
Ιδίως με έθελγε το χρυσό λαμπερό φόντο.
Δεν θυμάμαι τι παρίσταναν. Φαίνεται ότι και οι πιστοί έλκονται από το ουράνιο χρυσό.
Ύστερα κηρύχθηκε ο πόλεμος, η απαίσια Κατοχή της δυστυχίας και της πείνας”.
Η επίταξη των σχολείων από τους Γερμανούς
“Τα σχολεία επιτάχθηκαν από τους Γερμανούς.
Έτσι λοιπόν εγώ πηγαίνοντας στην πρώτη δημοτικού, βρέθηκα αντί στα θρανία, στις καρέκλες της εκκλησίας του Αγίου Παύλου που κάναμε τις καθημερινές εκεί σχολείο.
Ήταν μια εμπειρία που θυμάμαι μέχρι τώρα.
Περιδιάβαζα τις τοιχογραφίες γνωρίζοντας όλα τα της λατρείας, τα εξαπτέρυγα, τον σολέα, την Ωραία Πύλη, το ιερό, το δεξιό και αριστερό ψαλτήρι.
Παρατηρώντας την τοιχογραφία, τον δρόμο προς τη Δαμασκό, έβλεπα τον Άγιο Παύλο πεσμένο στο έδαφος να έχει το χέρι του στο πρόσωπο και να το κρύβει από τη λάμψη του ουρανού που τον τύφλωσε.
Το χέρι όμως ήταν κάπως περίεργο σαν γροθιά, ενώ θα έπρεπε να είναι η παλάμη ανοιχτή σαν να σκιάζει.
Τέτοιες παρατηρήσεις έκανα.
Επίσης, το «Σαούλ, Σαούλ, τι με διώκεις;» νόμιζα ότι το άκουγα κι εγώ, αφού ήταν γράμματα στον ουρανό.
Παρατηρούσα το δάπεδο με τα μαρμάρινα γεωμετρικά σχήματα, τους πολυελαίους, τις λαμπάδες τους μαιάνδρους, που με τρέλαιναν γιατί δεν είχαν ούτε αρχή ούτε τέλος”.
“Έτσι ευαισθητοποίηθηκα στη ζωγραφική”
Όταν πρωτοέμπαινες στην εκκλησία- σχολείο, ψηλά ήταν γραμμένο: «Ον ουν αγνοούντες ευσεβείτε, τούτον εγώ καταγγέλω υμίν».
Δεν καταλάβαινα τι εννοούσε, αλλά μετά το κατανόησα πλήρως.
Και ευχαριστώ το Θεό που τα μαθήματα τα πρώτα γίναν σε εκκλησία.
Έτσι ευαισθητοποιήθηκα στη ζωγραφική. Μετά η δασκάλα με σήκωσε να γράψω το γράμμα Χ.
Το έγραψα και μου λέει: Δεν το λες καλά. Εγώ δεν καταλάβαινα γιατί δεν το έλεγα καλά.
Μετά μου λέει: Κάνε “χου”, όπως όταν κρυώνεις και βάζεις τα χέρια στα στόμα σου.
Εγώ δεν το έκανα επουδενί λόγω.
Το έβρισκα αδιανόητο αφού το έλεγα σωστά το χι, να με βάζει να κάνω μίμηση.
Και με έδειρε με τον χάρακα και έκανα ωχ αντί χι.
Τα μαθητικά χρόνια
Μετά μας έβαζαν να ζωγραφίσουμε ένα ποτιστήρι, για τους νεότερους, που δεν το έχουν δει, ήταν κυλινδρικό με χερούλι και μπροστά μια σωλήνα που κατέληγε σε σουρωτήρι με τρυπούλες, να βγαίνει το νερό σαν βροχή.
Προσπαθούσα στο τετράδιό μου να το ζωγραφίσω και δεν τα κατάφερνα να δώσω την καμπυλότητά του.
Το απέδιδα σαν παραλληλόγραμμο, με ένα χερούλι από πάνω.
Το διπλανό μου παιδάκι τα κατάφερε να αποδώσει το κυλινδρικό σχήμα.
Φαίνεται ότι το έβλεπα εγώ σαν σχήμα επίπεδο και όχι προοπτικά.
Αλλά και η ζωγραφική δύο διαστάσεις έχει.
Μάθημα στην εκκλησία
Τα γράμματα που δεν μπορούσε να σχεδιάσω ήταν το ζήτα και το ξι.
Πολύ δύσκολα στην αρχή έχουν τις καμπύλες σαν κοιλιές και άμα τις κάνεις πιο μεγάλες ασχημίζουν.
Το άλφα το μικρό ήταν δύσκολο να σχεδιαστεί γιατί έχει και το μαγκουράκι δίπλα.
Αλλά τελικά το σχεδίαζα ωραία, γιατί έμαθα να γράφω καλλιγραφικά με πένα χεράκι που αυξομειώνει τη γραμμή.
Αλλού πιο παχιά, αλλού πιο λεπτή.
Γράφαμε με μελάνι και έπρεπε να μη στάζει πουθενά.
Τελικά έγινα δεξιοτέχνης και πήρα δύο εικονίτσες τις οποίες αντέγραψα.
Είχα ζωγραφίσει έναν Χριστό παιδί στο εξώφυλλο του βιβλιαρακίου.
Το έχω φυλάξει ακόμη.
Θυμάμαι πάντα αυτή την πρώτη δημοτικού στην εκκλησία- σχολείο με τα λάμποντα αντικείμενα της ιερής λατρείας φροντισμένα και με τα κεριά από μέλισσα που έπαιρνα και έκανα πλασματάκια από αυτό το καθαρό κερί με την ευωδία του.
Βλέπετε λοιπόν με πόσο πενιχρά μέσα και με πόση ανέχεια μπορεί να γίνει μόρφωση ουσιώδης με ευωδία πνευματική.
Κατοχή
Έκανα και μια κακή πράξη από την πείνα όμως.
Είχαν φέρει τρία σακιά με σταφίδες μαύρες και τις ακούμπησαν στο παγκάρι.
Εκεί άνοιξα μια τρυπούλα και έβαλα τη χούφτα μου μέσα και πήρα μερικές.
Τις έφαγα κρυφά να μη με δουν.
Έχω τύψεις και τώρα γιατί το έκανα στην εκκλησία.
Υ.Γ. Τα λεφτά του κουμπαρά έχασαν την αξία τους με τον πόλεμο και έτσι δεν ξαναμάζεψα».
ΠΗΓΗ: «Παιδείας Ενθύμιον, του αιώνα που πέρασε», εκδόσεις ΦΩΤΟΕΚΔΟΤΙΚΗ
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr