“Σταματά ο νους μου. Τραγικωτέρας σκηνάς δεν δύναται να φαντασθή ο νους του ανθρώπου”.
“1.500 γυναικόπαιδα εσφάγησαν∙ όπου επεράσαμεν, δεν εβλέπαμεν τίποτε άλλο παρά κεφαλάς και πόδια παιδιών, γυναικών και ανδρών. Εις την οικίαν του ιερέως όταν εισήλθομεν, ευρέθην προ φρικώδους θεάματος∙ ο ιερεύς κομμένος εις δύο και κρεμασμένος εις τον τοίχον! Επίσης και η σύζυγός του με βγαλμένα τα μάτια και όλα τα παιδιά του κατακρεουργημένα κατά τον πλέον φρικώδη τρόπον. Πλην των άλλων απήγαγον και 150 κορίτσια του χωριού. Αφού εισήλθομεν εις το χωρίον, όσοι ήσαν ζωντανοί, χωσμένοι εις υπόγεια ή άλλα μέρη εξήρχοντο γυμνοί και τρελλοί φωνάζοντες εκδίκησιν κατά των εντοπίων Τούρκων και Βουλγάρων”.
Με αυτά τα λόγια περιέγραψε ο Κύπριος εθελοντής, Μιχαλάκης Γεωργιάδης στην επιστολή που έστειλε στον αδερφό του, τη σφαγή στο χωριό Δοξάτο της Δράμας.
Ήταν 30 Ιουνίου 1913 όταν τα βουλγαρικά στρατεύματα μπήκαν στο χωριό Δοξάτο και έσφαξαν συνολικά 650 κατοίκους.
Μετά τις θηριωδίες σε βάρος του άμαχου πληθυσμού έλουσαν με πετρέλαιο τα σπίτια και πυρπόλησαν το χωριό. Συνολικά έκαψαν 250 σπίτια και 80 καταστήματα και το όμορφο Δοξάτο της Δράμας που φημιζόταν για τα πλούτη του μετατράπηκε σε κολαστήριο.
Κατά τη διάρκεια του Α’ Βαλκανικού Πολέμου το 1912 το χωριό Δοξάτο και η περιοχή της Ανατολικής Μακεδονίας καταλήφθηκε από τους Βούλγαρους, οι οποίοι έδιωξαν τους Έλληνες διοικητές του χωριού.
Την επόμενη χρονιά διεξήχθη ο Β’ Βαλκανικός πόλεμος και ο ελληνικός στρατός με αρχιστράτηγο τον Βασιλιά Κωνσταντίνο Α’ ανέλαβε να ελευθερώσει τις περιοχές της Μακεδονίας που ήταν υπό βουλγαρική κατοχή.
Αφού κατέλαβε αρχικά την Καβάλα και τις Σέρρες συνέχισε με επιτυχία την προέλαση του προς τη Δράμα.
Τα ελληνικά στρατεύματα ανάγκασαν τους Βούλγαρους σε υποχώρηση. Πριν εγκαταλείψουν την περιοχή της Δράμας, πραγματοποιήθηκε ανταλλαγή πυρών μεταξύ Ελλήνων ανταρτών και των Βουλγάρων στρατιωτών. Τότε οι δεύτεροι προφασιζόμενοι τους πυροβολισμούς επιτέθηκαν στο χωριό Δοξάτο.
30 Ιουνίου 1913. Εκείνο το πρωί πολλοί κάτοικοι είχαν πάει στην εκκλησία για να προσευχηθούν για την γιορτή των Αγίων Αποστόλων.
Οι Βούλγαροι κύκλωσαν έφιπποι το χωριό και όρμησαν στους ανυπεράσπιστους κατοίκους.
Ανάμεσα στους αμάχους ήταν γέροι, γυναίκες και παιδιά. Η δολοφονική τους δράση δεν είχε όρια.
Διαβάστε στη “ΜτΧ”: «Η μητέρα μου είδε ένα θηρίο να τρώει το σώμα του αδερφού μου και έχασε τα λογικά της». Τα αντίποινα των Βούλγαρων για την εξέγερση στο Δοξάτο το 1941. Μαρτυρίες επιζώντων στη «Μηχανή του Χρόνου»
Για ώρες έσφαζαν τους κατοίκους και τους αποκεφάλιζαν. Αφού πρώτα βίασαν τις γυναίκες μετά τις κατακρεούργησαν με τα σπαθιά τους. Όσοι κάτοικοι έτρεχαν στον κάμπο να ξεφύγουν τους εκτελούσαν. Το ίδιο συνέβη και σε όσους είχαν κρυφτεί μέσα σε σπίτια.
Τις πρώτες απογευματινές ώρες, τελείωσαν τις θηριωδίες σε βάρος των κατοίκων, έβαλαν φωτιά στο χωριό και το εγκατέλειψαν.
Ανάμεσα στους Βούλγαρους ήταν και πολλοί Τούρκοι, οι οποίοι θεωρώντας ότι η Τουρκία είχε συμμαχήσει μαζί τους δεν αρνήθηκαν να επιτεθούν στους Έλληνες συγχωριανούς τους.
Λίγες ώρες μετά την αποχώρησή τους προσπάθησαν να επιστρέψουν για να θάψουν μερικά πτώματα για να κρύψουν τη σφαγή, αλλά ο ελληνικός στρατός πλησίαζε στη Δράμα και υποχώρησαν γρήγορα.
Οι Έλληνες στρατιώτες έγιναν δεκτοί ως σωτήρες από τους εναπομείναντες κατοίκους. Μόλις αντίκρισαν τις φρικαλεότητες ένιωσαν αποτροπιασμό. Ανάμεσα στους Έλληνες στρατιώτες ήταν και ένας Πλοίαρχος του Βρετανικού ναυτικού Cardale, ο οποίος περιέγραψε όσα αντίκρισε στο Δοξάτο ως εξής:
«Κατά την είσοδον εις την πόλιν, το πρώτο όπερ προσέπεσεν εις τους οφθαλμούς μου, ήσαν αι αγέλαι κυνών καταβροχθιζόντων ανθρωπίνους σάρκας. Η πόλις τελείως κατεστραμμένη εφαίνετο έρημος, ως εκ τούτου δε ηναγκάσθην να φωνάξω επανειλημμένως δια να εμφανισθώσι γραίαι τινές εκ των ερειπίων. Όλα τα πτώματα ήσαν διάτρητα υπό τον λογχών και έφερον ίχνη απίστευτων ακρωτηριασμών. Οι τοίχοι των οικιών είχον ρυπανθεί από αίματα, εις το ύψος έξι ποδών από τους εδάφους, τουθ’ όπερ εξηγείται, κατά το λέγειν των επιζώντων εκ του ότι τα δυστυχή θύματα δεν είχον σφαγεί αμέσως, αλλά εθανατούντο δια λογχισμών»
Τα επόμενα χρόνια έγιναν προσπάθειες ανοικοδόμησης του χωριού, αλλά οι Βούλγαροι χτύπησαν ξανά το 1917, αυτή τη φορά ως σύμμαχοι των Γερμανών.
Τον Σεπτέμβριο του 1941 η ιστορία επαναλήφθηκε. Βουλγαρικά αποσπάσματα εκτέλεσαν ξανά 350 κατοίκους του Δοξάτου έπειτα από επίθεση ανταρτών εναντίον τους.
Διαβάστε στη “ΜτΧ”: Η σφαγή της Κλεισούρας. Τα αντίποινα των Γερμανών και των Βουλγάρων, για τον ακρωτηριασμό 2 στρατιωτών τους. Έσφαξαν 280 αμάχους. Τα θύματα ήταν έγκυες, ηλικιωμένοι και παιδιά. Σοκαρίστηκαν ακόμη και οι Γερμανοί
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr