Στη λεωφόρο Κάτω Σουλίου βρίσκονται το κτήμα και η έπαυλη Μπενάκη, η οποία από το 1962 ανήκει στο Μουσείο Μπενάκη. Αν και όλα τα κτίσματα υπέστησαν σοβαρές φθορές τις δεκαετίες του ’50 και του ΄60, το κτήμα έδωσε πνοή στην ευρύτερη περιοχή του Μαραθώνα.
Τα 30.000 στρέμματα απασχόλησαν αμέτρητους αγρότες, εργάτες, βοσκούς, οικονόμους και επιστάτες και η τοπική οικονομία γνώρισε άνθηση.
Ο πρώτος ιδιοκτήτης ήταν ο Αλέξανδρος Κατακουζηνός που αγόρασε το κτήμα από τον Ομέρ Πασά της Καρύστου στις αρχές της δεκαετίας του 1830.
Η αγοροπωλησία ήταν αποτέλεσμα της οργανωμένης αποχώρησης των Οθωμανών μετά την απελευθέρωση. Οι περιοχές που ήλεγχε ο συγκεκριμένος πασάς ήταν πολλές, καθώς στην κατοχή του εκτός από την Εύβοια, ήταν και τα μεγαλύτερα τμήματα της βορειοανατολικής Αττικής.
Συγκροτήθηκε τότε μια μικτή επιτροπή από Έλληνες και Τούρκους με σκοπό οι αγοραπωλησίες να ολοκληρώνονται με νομιμότητα και ο Κατακουζηνός απέκτησε το κτήμα. Ο πρίγκηπας Κατακουζηνός μετέφερε τους τίτλους ιδιοκτησίας στην κόρη του, Ελπίδα, ως προίκα για τον γάμο της με τον Σκαρλάτο Σούτσο.
Ο πολιτικός και υπασπιστής του Βασιλιά Όθωνα, όταν ήρθε από το Βουκουρέστι στην Ελλάδα είχε αγοράσει αγροτικές περιοχές στην Αττική έκτασης χιλιάδων στρεμμάτων. Μετά τον θάνατο του Σούτσου, οι κληρονόμοι του πούλησαν το κτήμα στον τότε Υπουργό Εθνικής Οικονομίας, Εμμανουήλ Μπενάκη.
Ο υπουργός έδωσε περίπου μισό εκατομμύριο δραχμές και έγινε ιδιοκτήτης 30.000 στρεμμάτων γης. Ο Αντώνης Μπενάκης, μετά από συνεννόησή με τα αδέρφια του, πήρε στην κυριότητα του το κτήμα το 1929, όταν πέθανε ο πατέρας του. Ο ανιψιός του Εμμανουήλ Μπενάκη, Κωνσταντίνος, ήταν ο τελευταίος ιδιοκτήτης του κτήματος. Όσο ήταν στην ιδιοκτησία του διεύρυνε την έκταση του κτήματος, αγοράζοντας τα παραπλήσια αγροτικά εδάφη των θείων του.
Από το 1962 το κτήμα κληροδοτήθηκε στο Μουσείο Μπενάκη. Σήμερα έχει έκταση περίπου 2.500 στρέμματα. Έως τα μέσα περίπου του 20ου αιώνα, το κτήμα έφτανε έως την περιοχή του Λιμικού, τη σημερινή Ραμνούντα.
Ανθρώπινο δυναμικό από την ευρύτερη περιοχή του Μαραθώνα βρήκε δουλειά σε μια εποχή που η φτώχεια και η μετανάστευση έπληττε την οικονομία της χώρας. Οι γεωργικές και χειρωνακτικές εργασίες ήταν απαιτητικές και δύσκολες, ωστόσο το κτήμα Μπενάκη ήταν ένας από τους λόγους που η τοπική κοινωνία επιβίωσε.
Το σπίτι του Εμμανουήλ Μπενάκη ήταν χτισμένο κοντά στη σημερινή λεωφόρου Σουλίου.
Η αρχιτεκτονική του ήταν λιτή, όλα τα οικοδομήματα είχαν ένα χαρακτηριστικό κίτρινο χρώμα κοντά στην ώχρα και σιδερένιες λεπτομέρειες.
Ανάμεσα στα υπόλοιπα οικοδομήματα, καλλωπιστικά λουλούδια και μικρά μποστάνια περιτριγύριζαν τους χώρους. Σε κοντινή απόσταση από το σπίτι του Μπενάκη βρισκόταν μια μεγάλη δεξαμενή κι ένα υδραγωγείο, το οποίο υδροδοτούσε την καλλιεργήσιμη γη.
Πίσω από την οικία του Μπενάκη ήταν χτισμένο ένα διώροφο κτίριο που λειτουργούσε ως ξενώνας. Ήταν ένα μακρύ σπίτι με πολλά μικρά δωμάτια που εξυπηρετούσαν διάφορες οικιακές εργασίες.Στους πρόποδες του λόφου ήταν χτισμένος ο περιστερώνας που ονομαζόταν και Πύργος, γιατί κοιτούσε προς την θάλασσα και λέγεται ότι έλεγχε το πέλαγος. Ανατολικά του κτήματος βρισκόταν το εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής και της Αγίας Κυριακής.
Δείτε από ψηλά το ερειπωμένο πλέον κτήμα Μπενάκη, όπως το κατέγραψε ο Τάσος Φωτάκης:
Διαβάστε στη “ΜτΧ”:Πετάξαμε πάνω από την πιο διάσημη καμινάδα της Θεσσαλονίκης. Ποιοι είναι οι διάσημοι «Μύλοι Αλλατίνη» που το 1898 απασχολούσαν 250 εργαζόμενους. Σήμερα είναι κτήριο – φάντασμα (βίντεο drone)
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr