Ήταν Αύγουστος του 1987 όταν η βιολογική μητέρα του Βίσινελ Βάναλ ηλικίας δυο μηνών τον άφησε σε ένα ορφανοτροφείο στα Καρπάθια Όρη στη Ρουμανία. Στην είσοδο του ιδρύματος υπήρχε μια αφίσα με μια μητέρα να αφήνει το παιδί της σε ένα ορφανοτροφείο. Το μήνυμα έγραφε: “το κράτος μπορεί να φροντίσει καλύτερα το παιδί σας απ’ ότι εσείς”.
Οι πρώτες αναμνήσεις του Βίσινελ είναι να κινεί το σώμα του συνεχώς μπρος-πίσω και να ξυπνά πάνω στο βρεγμένο από τα ούρα στρώμα του. Θυμάται να τον χτυπούν με παπούτσια γιατί είχε βρέξει το κρεβάτι του. Μια άλλη μέρα στο νηπιαγωγείο, είχε γράψει το γράμμα R λάθος και σηκώθηκε να πάρει μια γόμα. Στη συνέχεια, έβαλε τη γόμα στην τσέπη του. Ένα από τα άλλα παιδιά της τάξης το είπε στον υπεύθυνο και εκείνος τον ανάγκασε να βγάλει τα ρούχα του και τον ξυλοκόπησε με μια ξύλινη ράβδο.
Ο Βίσινελ δεν ήταν το μοναδικό παιδί που ήρθε αντιμέτωπο με τέτοιες συνθήκες. Παιδιά υποσιτισμένα και γυμνά πολλές φορές δεμένα σε κρεβάτια γεμάτα ούρα είναι μια εικόνα χαρακτηριστική των ορφανοτροφείων της Ρουμανίας, της εποχής του δικτάτορα Νικολάε Τσαουσέσκου.
Ο Τσαουσέσκου πίστευε ότι η αύξηση του πληθυσμού θα ενίσχυε την οικονομία της Ρουμανίας και θα την έκανε ισχυρή ανταγωνιστική δύναμη. Έτσι, αποφάσισε να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα “δημογραφικής αναγέννησης”.
Το 1966 επέβαλε το διάταγμα 770, με το οποίο απαγόρευε την αντισύλληψη και τις αμβλώσεις.
Εξαίρεση αποτελούσαν οι γυναίκες άνω των 45 ετών, όσες είχαν ήδη τέσσερα-πέντε παιδιά, οι γυναίκες με προβλήματα υγείας και όσες είχαν μείνει στο παρελθόν έγκυες μετά από βιασμό ή αιμομιξία.
Τα αντισυλληπτικά εξαφανίστηκαν από τα ράφια. Οι γυναίκες υποχρεώνονταν να παρακολουθούνται από γυναικολόγο κάθε μήνα.
Είχε τοποθετηθεί ακόμη και μυστική αστυνομία που παρακολουθούσε τη γέννηση των παιδιών.
Στα σχολεία, οι δάσκαλοι τόνιζαν στα κορίτσια τη σημαντικότητα της μητρότητας. Οι μητέρες που είχαν τουλάχιστον δέκα παιδιά ανακηρύσσονταν “μητέρες ηρωίδες” από τη ρουμανική κυβέρνηση και παρασημοφορούνταν.
Ο Τσαουσέσκου επιβάρυνε φορολογικά όσους ήταν άνω των 25 ετών και δεν είχαν κάνει ακόμη παιδιά.
Το πρόγραμμα “δημογραφικής αναγέννησης” όντως αύξησε τον ρουμανικό πληθυσμό. Η μέση οικογένεια είχε τουλάχιστον τέσσερα παιδιά. Από το 1967 μέχρι το 1971, ο πληθυσμός αυξήθηκε τουλάχιστον κατά 6%.
Όμως, προκλήθηκε μια σειρά από άλλα προβλήματα. Πολλές γυναίκες που δεν είχαν χρήματα για να μεγαλώσουν τα παιδιά έκαναν παράνομες εκτρώσεις, θέτοντας την υγεία τους σε κίνδυνο. Υπήρχε κίνδυνος μόλυνσης, στειρότητας, ακόμη και θανάτου. Εκτιμάται ότι περίπου 10 χιλιάδες γυναίκες έφυγαν από τη ζωή επειδή υποβλήθηκαν σε παράνομες αμβλώσεις.
Τα ορφανοτροφεία – κολαστήρια
Εκείνη την περίοδο γεννήθηκαν περίπου 2 εκατομμύρια παιδιά, τα οποία έμειναν στην ιστορία ως “Η Γενιά του Διατάγματος” ή “τα παιδιά του Τσαουσέσκου”. Πολλοί γονείς όμως, δεν είχαν χρήματα να αναθρέψουν τόσα παιδιά και αναγκάζονταν να τα εγκαταλείψουν. Τα περισσότερα οδηγήθηκαν σε ορφανοτροφεία. Προπαγανδιστικά δημοσιεύματα παρουσίαζαν τα ορφανοτροφεία ως τη μοναδική βιώσιμη εναλλακτική λύση για τις φτωχές οικογένειες. Τα χαρακτήριζαν ως τα “σπίτια των παιδιών”.
Οι συνθήκες στα περισσότερα ορφανοτροφεία ήταν άθλιες και χειροτέρεψαν μετά το 1982, όταν ο Τσαουσέσκου επέβαλλε ένα πρόγραμμα οικονομικής λιτότητας της Ρουμανίας για να αποπληρώσει τα χρέη σε ξένες χώρες.
Πολλά ορφανοτροφεία δεν είχαν θέρμανση, ούτε καν ρεύμα. Το φαγητό ήταν ελάχιστο συγκριτικά με τον αριθμό των παιδιών.
Οι χειρότερες συνθήκες παρατηρούνταν σε ιδρύματα για παιδιά με αναπηρίες. Για παράδειγμα, στην ψυχιατρική κλινική ανηλίκων στην πόλη Σίρετ, δεν υπήρχαν φάρμακα για τα παιδιά.
Δεν τους έπλεναν τα ρούχα και είχαν καταγραφεί πολλές περιπτώσεις ψυχικής και σεξουαλικής κακοποίησης των ορφανών.
Στο ίδρυμα “Sighetu Marmației” οι υπάλληλοι συχνά έδεναν τα παιδιά στα κρεβάτια τους για να μην τους ενοχλούν. Κοιμόντουσαν πάνω σε στρώματα βρεγμένα από ούρα. Πολλά παιδιά κυκλοφορούσαν γυμνά γιατί κανένας δεν φρόντιζε να τα ντύσει και τα έπλεναν με βρώμικο νερό. Σε κάποια ορφανοτροφεία ξύριζαν το κεφάλι όλων, ανεξαρτήτως φύλου.
Τα μεγαλύτερα παιδιά αντέγραφαν τους υπαλλήλους του ιδρύματος και χτυπούσαν τα μικρότερα.
Ο Ντάνιελ Ρουκαρένου, ένα από τα παιδιά που μεγάλωσαν στα ορφανοτροφεία της εποχής του Τσαουσέσκου, είπε σε συνέντευξή του ότι μια μέρα οι φύλακες “έπιασαν” τα αγόρια ενός δωματίου να τσακώνονται. Για να τα τιμωρήσουν, τα ανάγκασαν να ξυλοκοπήσουν το ένα το άλλο.
Όπως εξήγησε οι υπεύθυνοι των ορφανοτροφείων ήθελαν να τα εξευτελίσουν, ώστε να έχουν τον έλεγχο.
Συνήθως, χτυπούσαν τα παιδιά στο κεφάλι. “Αυτά τα μέρη ήταν σφαγεία των ψυχών”, σχολίασε ο Ρουκαρένου.
Οι υπάλληλοι που δεν χτυπούσαν τα παιδιά, θεωρούνταν αδύναμοι από τους υπολοίπους.
Η σωματική βία παρουσιαζόταν ως ο ιδανικός τρόπος για την πειθάρχηση των ανηλίκων.
Υπήρχαν επίσης, παιδιά που μολύνθηκαν με τον ιό του HIV από ιατρικά εργαλεία που είχαν επαναχρησιμοποιηθεί, αλλά δεν τα είχαν αποστειρώσει.
Δείτε βίντεο με τα παιδιά στο ορφανοτροφείο Σίγκιντ που έχει χαρακτηριστεί ως το “γκουλάγκ για παιδιά”:
Ο βρετανός δημοσιογράφος Μπομπ Γκράχαμ επισκέφτηκε ένα ορφανοτροφείο στο Βουκουρέστι τον Ιανουάριο του 1990, μερικές εβδομάδες μετά την εκτέλεση του Τσαουσέσκου.
Σε δημοσίευμά του περιέγραψε την εξωφρενική κατάσταση που αντίκρισε.
“Υπήρχαν δυο πράγματα που θυμάμαι τόσο έντονα. Η μυρωδιά των ούρων και η τρομερή ησυχία που έκαναν τόσες δεκάδες παιδιά”.
Και συνέχισε: “Συνήθως, όταν μπαίνεις σε ένα δωμάτιο γεμάτο παιδιά, περιμένεις να έχει φασαρία. Να μιλάνε μεταξύ τους ή να κλαίνε. Έστω ένα κλαψούρισμα. Στο ορφανοτροφείο, δεν ακουγόταν τίποτα, παρόλο που τα παιδιά ήταν ξύπνια. Ήταν ξαπλωμένα στα κρεβάτια τους και κοιτούσαν. Σε μερικά κρεβάτια υπήρχαν δυο ή τρία παιδιά στριμωγμένα. Ήταν απόκοσμο. Σχεδόν τρομακτικό.”
Όπως ανέφερε ο δημοσιογράφος δεν υπήρχαν γύρω τους παιχνίδια, ούτε βιβλία. Οι τοίχοι ήταν άδειοι χωρίς ζωγραφιές.
“Ήταν απάνθρωπο. Τα παιδιά αντιμετωπίζονταν σαν ζώα σε φάρμα. Αλλά όχι κάνω λάθος. Τουλάχιστον τα ζώα έχουν τη δύναμη να φωνάξουν και να κάνουν φασαρία”.
Τα παιδιά μεταφέρονταν από ορφανοτροφείο σε ορφανοτροφείο χωρίς προειδοποίηση. Έτσι, δεν μπορούσαν να αναπτύξουν στενούς δεσμούς. Δεν προλάβαιναν να αποχαιρετήσουν το ένα το άλλο ή να πάρουν κάποιο προσωπικό αντικείμενο μαζί τους.
Συνήθως, άλλαζαν ορφανοτροφείο ανά τρία χρόνια.
Ο Βίζινελ Βάλαν, ένα από τα χιλιάδες παιδιά της “Γενιάς του Διατάγματος” ανέφερε ότι “μας μετακινούσαν σαν να ήμασταν κουτιά. Μόνο που εμείς ουρλιάζαμε. Αλλά δεν έκανε μεγάλη διαφορά. Ήμασταν κουτιά με φωνές”.
Η πτώση του Τσαουσέσκου και η αποκάλυψη
Τον Δεκέμβριο του 1989 ξέσπασε η ρουμανική επανάσταση με σκοπό την ανατροπή του κομμουνιστικού καθεστώτος στη χώρα. Το αποκορύφωμα ήρθε την ημέρα των Χριστουγέννων του 1989, όταν ο Τσαουσέσκου και η σύζυγός του καταδικάστηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν.
Ακολούθησε μια δύσκολη μεταβατική περίοδος. Τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ΄90 παρατηρήθηκε αύξηση των άστεγων παιδιών στους δρόμους. Πολλά από αυτά είχαν διωχθεί από τα ορφανοτροφεία ή είχαν δραπετεύσει αναζητώντας μια καλύτερη ζωή.
Ζητιάνευαν και εισέπνεαν από πλαστικές σακούλες Aurolac, μια ασημένια βαφή που λειτουργούσε σαν ναρκωτικό.
Μετά την πτώση του Τσαουσέσκου, οι άθλιες συνθήκες που ζούσαν τα παιδιά μέσα και έξω από τα ορφανοτροφεία δημοσιεύτηκαν στον διεθνή Τύπο, σοκάροντας την παγκόσμια κοινή γνώμη.
Ένα από τα χειρότερα ορφανοτροφεία που ήρθαν στη δημοσιότητα ήταν το Σίγκιντ (Cighid). Βρισκόταν στα σύνορα με την Ουγγαρία και τα ξένα μέσα το χαρακτήριζαν ως “το κέντρο αποθεραπείας και αποκατάστασης παιδιών με αναπηρίες”. Έμοιαζε με στρατόπεδο συγκέντρωσης, ένα “γκουλάγκ για παιδιά”.
Φιλοξενούσε περίπου 100 παιδιά. Τα περισσότερα ήταν γυμνά και αποστεωμένα. Περίπου τα μισά πέθαιναν σε διάστημα ενός έτους, πριν φτάσουν την ηλικία των 3 ετών.
Λίγο μετά τη δημοσίευση φωτογραφιών με τα παιδιά, κάτοικοι άλλων χωρών έσπευσαν να τα υιοθετήσουν.
Σύντομα η αντισύλληψη, καθώς και οι αμβλώσεις έγιναν και πάλι νόμιμες.
Εγκατάλειψη, η χειρότερη τιμωρία
Όταν έμπαινε κάποιος μέσα στο ορφανοτροφείο, τα παιδιά έτρεχαν καταπάνω του, ελπίζοντας πως θα τα πάρει από εκεί μέσα.
“Χειρότερο και από τον ξυλοδαρμό ήταν η εγκατάλειψη. Δεν τα αγαπούσε κανένας και το ένιωθαν”, εξήγησε η καθηγήτρια Κοντρούτα Μπούρντα.
Εκτιμάται ότι το καθένα δεχόταν 5 με 6 λεπτά προσοχή την ημέρα.
Από την κακοποίηση και την εγκατάλειψη, η νοητική τους ανάπτυξη καθυστερούσε. Πολλά δεν μπορούσαν καν να φάνε μόνα τους. Παιδιά ηλικίας 3 με 4 ετών δεν μπορούσαν να περπατήσουν.
Τα παιδιά δεν είχαν ερεθίσματα από το περιβάλλον τους, με αποτέλεσμα να αναπτύσσουν άκαμπτες επαναληπτικές συμπεριφορές, όπως η κίνηση του κορμού μπρος – πίσω και το συνεχόμενο χτύπημα των χεριών τους.
Οι γιατροί των ορφανοτροφείων τα αντιμετώπιζαν ως παιδιά με ψυχικές ασθένειες και τα έστελναν σε αντίστοιχα ιδρύματα, τους έδιναν ακατάλληλα φάρμακα ή τα έδεναν στα κρεβάτια για να μην βλάψουν τον εαυτό τους.
Ακόμη και όταν υιοθετούνταν μετά από χρόνια, τα παιδιά αδυνατούσαν να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες και να δημιουργήσουν δεσμούς με τους νέους τους γονείς. Υπέφεραν από μετατραυματικό σοκ.
Η ψυχολόγος Νιμ Τότενχαμ ανέφερε ότι “ο εγκέφαλός τους δεν μπορούσε να ξεχωρίσει τη μητέρα από τους ξένους”.
Σύμφωνα με τη ψυχολογική θεωρία της προσκόλλησης, “τα βρέφη πρέπει να αναπτύξουν σχέσεις με τουλάχιστον ένα ενήλικα που τους παρέχει φροντίδα για να έχουν σωστή κοινωνική και συναισθηματική ανάπτυξη”.
Σύμφωνα με έρευνα των Πανεπιστημίων του Σάουθαμπτον και του Βασιλικού Κολεγίου του Λονδίνου, τα παιδιά που πέρασαν πολλά χρόνια σε ορφανοτροφεία της Ρουμανίας εκείνης της περιόδου, εκτός ότι δυσκολεύονταν να αναπτύξουν σχέσεις με άλλους ανθρώπους, είχαν προβλήματα συγκέντρωσης και μειωμένη προσοχή και στην ενήλικη ζωή τους.
Παρουσίασαν επίσης, μεγάλα ποσοστά ανεργίας και εμφάνισης ψυχικών διαταραχών.
Παρόλο που τα ορφανά στη Ρουμανία μειώθηκαν, ακόμη και σήμερα υπάρχουν ορφανοτροφεία με κακές συνθήκες για τα παιδιά.
Το 2006 μέλη της της οργάνωσης για τα δικαιώματα των ανθρώπων με αναπηρία Mental Disability Rights Ιnternational βρήκαν παιδιά δεμένα με σεντόνια. Όταν οι υπεύθυνοι αφαίρεσαν τα σεντόνια από μια 17χρονη “μαζί με το ύφασμα βγήκε και το δέρμα, αφήνοντας μια ανοιχτή πληγή”, σύμφωνα με την έκθεση της οργάνωσης!
Σε άλλο ορφανοτροφείο στην Τιμισοάρα είχαν βρει 65 βρέφη δεμένα στις κούνιες τους. Τα μεγαλύτερα κινούνταν πίσω-μπρος, χτυπούσαν τα κεφάλια τους ή έβγαζαν περίεργους ρυθμικούς ήχους. Για όλα τα παιδιά υπήρχαν μόνο τρεις υπεύθυνοι. Ο Τσαουσέσκου εξαφανίσθηκε η κληρονομιά του όμως παραμένει.
Πηγή αρχικής φωτογραφίας: Youtube
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr