Την αυτοβιογραφία του κυκλοφόρησε ο Διονύσης Σαββόπουλος με τίτλο «Γιατί τα χρόνια τρέχουν χύμα» από τις εκδόσεις Πατάκη.
Μέσα στο βιβλίο ζητάει μετανιωμένος «συγγνώμη» από τα παιδιά του, αναφέροντας δεν στάθηκε, πάντα, καλός πατέρας.
«Χαστούκιζα τα παιδιά μου όταν ήταν μικρά. Ναι, μερικές φορές τα χαστούκισα. Εύχομαι να ανοίξει η γη να με καταπιεί τώρα που το λέω. Ντρέπομαι. Ντρέπομαι που θα με διαβάζετε όλοι τώρα. “Καλλιτέχνης”, σου λέει ο άλλος, “άνθρωπος με ευαισθησίες”… Τα μάλωνα κι από πάνω ουρλιάζοντας σαν στρίγκλα. Με κοίταζαν κατατρομαγμένα τα πουλάκια μου…».
«Τη θέλω πολύ αυτή τη συγχώρεση, αλλά δεν ξέρω ακόμη πώς να τη ζητήσω», συμπλήρωσε.
Επιπλέον αναφέρθηκε και στη σχέση του με τη γυναίκα του, Άσπα:
«Μερικές φορές κοντέψαμε (να χωρίσουμε) αλλά ξαναπέσαμε ο ένας στην αγκαλιά του άλλου. Κι άλλοτε ήταν μέρες που έπεφτε πάλι βαριά επάνω μας η ταφόπλακα της καθημερινότητας. Δούλευα σε κλαμπ γεμάτα από νεαρές γυναίκες, σεξουαλικά πρόθυμες και επιπλέον ερωτευμένες με τον πρωταγωνιστή. Αισθανόμουν σαν ένα μικρό παιδί που το βάζεις σ’ ένα δωμάτιο όπου τρέχουν τρενάκια, ρομπότ που μιλάνε, ένα σωρό λουσάτα παιχνίδια, αλλά δεν έπρεπε ν’ αγγίζω τίποτα, μόνο να βλέπω. “Παντρειές μού ήθελες, να τώρα”! Της το χρέωνα ο γελοίος. Μα κι αν μπήκα στον πειρασμό κι αν εξόκειλα καμιά φορά, της το ομολόγησα. Δεν μπορούσα να κρατάω μυστικά από τη γυναίκα μου. Με πνίγουν. Τι να κάνω; Της τα λέω όλα. Εξάλλου, άνδρας είμαι, δεν είχα κανένα ελαφρυντικό; Οχι, δεν είχα κανένα ελαφρυντικό. Το άκουγα στην παγερή σιωπή της. Το έβλεπα σ’ αυτό το παγερό πράσινο βλέμμα της. Ημουν ένας πατριαρχικός τύπος που βασανιζόμουν απ’ την ίδια του την πατριαρχικότητα. Ετσι ήμουν τότε…».
«Συγγνώμη» ζητάει και από τον Θάνο Μικρούτσικο: «Τι τσιγκουνιά ήταν αυτή εκ μέρους μου;», κάνοντας λόγο για τις επανειλημμένες προσπάθειές του να αποκαταστήσουν την ψυχρή σχέση τους.
Τα τραγούδια και το όνομα του Διονύση Σαββόπουλου είχαν πάντα πολιτική διάσταση. Για πολλά χρόνια, συνδέονταν στενά με τους αγώνες και τα μηνύματα της Αριστεράς.
«Χαρίσαμε στην Αριστερά τα καλύτερά μας χρόνια. Όχι μάταια. Έφηβοι ήμασταν και αυτά ακριβώς τα χρόνια είναι που μας άνοιξαν τον δρόμο της καρδιάς και φώτισαν, εκ παραδρομής έστω, το ιερό στοιχείο της κοινωνίας που μοιραζόμαστε. Αυτά τα χρόνια και όχι οι πολιτικές τους».
«Με το “Κούρεμα” έκανα στροφή στη Δεξιά μπαϊλντισμένος με τον ψευτοπροοδευτισμό της εποχής και την αλαζονεία του. Ήταν ένας προοδευτισμός νεφελώδης, αντιπαραγωγικός, πολύ κουλτουριάρης και εντελώς αντιπνευματικός. Δυστυχώς, η Αριστερά αφέθηκε να παρασυρθεί από εκείνον τον φθηνιάρικο προοδευτισμό. Παλιοί Αριστεροί που, δικαιολογημένα, μισούσαν τη Δεξιά, επειδή κάποτε τους ταπείνωσε και τους ανάγκασε να υπογράψουν δηλώσεις μετανοίας, αλλά και δεν τους έφυγε ποτέ και ο ανομολόγητος θυμός τους για την ίδια τους την Αριστερά που τους έμπλεξε τότε, μόλις ξεπετάχτηκε το ΠΑΣΟΚ μετακόμισαν σύσσωμοι. Το ΠΑΣΟΚ έγινε το καταφύγιο κάθε πληγωμένου εγωισμού. Ασε δε τον λαϊκισμό του. Ήταν τόσο ακαταμάχητος, που επηρέασε βλαπτικά όλο το πολιτικό σύστημα, όλα τα κόμματα σχεδόν. Πολύς φανατισμός»
Για το τραγούδι «Κωλοέλληνες» είπε: «Τον κωλοελληνισμό, που είναι η βαριά κληρονομιά όλων μας, τον κρατούμε λίγο πολύ υπό έλεγχο. Αλλά όταν ξεσπάει συλλογικά, δεν ξέρεις πού να κρυφτείς. Παύει να έχει σημασία αν είμαστε δεξιοί ή αριστεροί, και γινόμαστε ένας συρφετός από ανθρώπους φθονερούς και λυσσασμένους για εξουσία».
Ο Σαββόπουλος «πλήρωσε» ακριβά αυτό το τραγούδι και τον δίσκο του ’89 που το περιείχε. Το μεγάλο και πιστό κοινό του, που τον είχε αποθεώσει λίγα χρόνια πριν για τα «Τραπεζάκια έξω», στράφηκε έντονα εναντίον του.
«Η ρήξη μου με το κοινό το ’88-’89 με το “Κούρεμα” στο “Zoom” της Πλάκας ήταν η σκληρότερη της ζωής μου, αλλά την άντεξα. Το ’χω κάπως σαν παράσημο… Ο κόσμος είχε πλέον ψυχρανθεί μαζί μου, είχα πια τον ανθρωποδιώχτη. Εφθασα να παίζω στο άδειο “Zoom” με καμιά εικοσαριά όλους κι όλους πελάτες, που επιπλέον δεν με άντεχαν, με προπηλάκιζαν, σηκώνονταν κι έφευγαν… Μου πετούσαν δεκάρες στη σκηνή, φώναζαν “αίσχος”, αποχωρούσαν απ’ την αίθουσα. Με πλεύριζαν έξαλλοι οδηγοί στα φανάρια και με ψέλνανε με αγριεμένο μάτι, με ξεφώνιζαν διαβάτες απ’ το απέναντι πεζοδρόμιο. Αλλοι γράφανε βρισιές στον τοίχο του σπιτιού μας, ότι είμαι προδότης, ότι πουλήθηκα…»
Στο βιβλίο του δίνει και μια συμβουλή για τους νεότερους: «Εσείς, νεότερα παιδιά αυτής της πολιτείας, που με την ιερή της τρέλα και το πάθος της γέννησε τη Δημοκρατία, προστατέψτε την. Προστατέψτε τη Δημοκρατία της μικρής μας χώρας. Να ζήσει ο τόπος μας, να ζήσει η Δημοκρατία μας».
Αρχική εικόνα: ΑΠΕ-ΜΠΕ/Theodore Manolopoulos
Ακολουθήστε την mixanitouxronou.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Διαβάστε τις σημαντικότερες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στη mixanitouxronou.gr